Ὁ εὐαγγελιστής Λουκᾶς μᾶς διηγεῖται σήμερα στό πέμπτο κεφάλαιο τοῦ Εὐαγγελίου του, ὅτι ὁ Χριστός ἐπέλεξε ν’ ἀνεβεῖ στό πλοιάριο τοῦ Πέτρου γιά νά διδάξει τό λαό πού βρισκόταν στήν ἀκτή. Ὅταν ὁλοκλήρωσε τή διδασκαλία Του, προέτρεψε τόν Πέτρο νά ρίξει τά δίχτυά του στή θάλασσα. Ἐκεῖνος ἐξηγεῖ στό Χριστό, ὅτι ὅλη τή νύχτα κοπίασαν, ἀλλά τό ἀποτέλεσμα ἦταν ἀπογοητευτικό.
Ὑπακούει ὅμως στό παράγγελμα τοῦ Κυρίου καί ρίχνει τά δίχτυα, μέ ἀποτέλεσμα αὐτά νά γεμίσουν καί νά χρειαστεῖ τή βοήθεια καί ἑνός ἄλλου πλοιαρίου γιά νά μπορέσει νά ἀνεβάσει τό δίχτυ. Γεμίζει ἀπό ψάρια τό δικό του, γεμίζει καί τό πλοιάριο τῶν ἄλλων ψαράδων καί κινδυνεύουν νά βουλιάξουν. Καί τότε ὁ Πέτρος πέφτει στά γόνατα τοῦ Χριστοῦ καί ἀναφωνεῖ: «Ἔξελθε ἀπ’ ἐμοῦ, ὅτι ἀνήρ ἁμαρτωλός εἰμί Κύριε» (Λουκ. 5, 8), γιά νά λάβει ἀπό τό Χριστό τήν κλήση νά γίνει μαθητής Του, μαζί μέ τόν Ἰάκωβο καί τόν Ἰωάννη καί νά μάθει κοντά στόν Κύριο νά ἁλιεύει ἀνθρώπους.
Ἀκούγοντας τήν φράση αὐτή «Ἀνήρ ἁμαρτωλός εἰμί», «Εἶμαι ἁμαρτωλός ἄνθρωπος Κύριε», ὅπως τήν λέει ὁ Πέτρος σκεφθήκαμε ποτέ ἄραγε, πόσοι ἀπό ἐμᾶς θα εἴχαμε την συναίσθηση νά ἀναφωνήσουμε αὐτή τή φράση;
Μέ τήν χάρη τοῦ Θεοῦ καί παρά τήν πολυεπίπεδη κρίση, γευόμαστε τήν ἀφθονία τῶν εὐεργεσιῶν τοῦ Θεοῦ στή ζωή μας, ἀλλά συνήθως σκεφτόμαστε ὅτι αὐτά τά ἀγαθά τα δικαιούμαστε, γιατί ἐργαζόμαστε, γιατί ἔχουμε χαρίσματα, γιατί εἴμαστε ἱκανοί, γιατί οἱ ἄλλοι μᾶς ὀφείλουν καί γιά πολλούς ἀκόμη λόγους προσωπικούς ἤ μή.
Ὁ Πέτρος μπροστά στή δύναμη τοῦ Θεοῦ συναισθάνεται τό μέγεθος τῆς ἀναξιότητάς του. Γνωρίζει μέχρι ποιοῦ σημείου μπορεῖ νά φτάσουν οἱ δυνατότητές του. Ξέρει ὅτι εἶναι ἱκανός ψαράς. Γνωρίζει πότε τά ψάρια προσελκύονται καί πότε ὄχι. Ὅμως μπροστά στό Χριστό συνειδητοποιεῖ τό θαῦμα τῆς παρουσίας τοῦ Θεοῦ στή ζωή του. Τότε ὅλες οἱ ἱκανότητες καί οἱ γνώσεις τοῦ φαίνονται λίγες καί ἐλλιπεῖς. Τό μόνο πού διακρίνει εὔκολα εἶναι ἡ ἁμαρτωλότητά του, ἡ ἔλλειψη καθαρότητας στήν ψυχή του. Αἰσθάνεται, ὅτι εἶναι ἕνα τίποτε, μπροστά στό Χριστό. Ἕνα τίποτε, ποῦ ὅμως τό ἀγαπᾶ ὁ Χριστός, καθώς ὑπονοεῖ κι ὁ ἅγιος Γρηγόριος ὁ Θεολόγος σέ ἕνα ποίημά του, καί τοῦ τό δείχνει μέ θαυμαστά σημεῖα. Ὁ Πέτρος Τοῦ ζητεῖ νά κατέβει ἀπό τό πλοῖο, γιατί θεωρεῖ πῶς δέν μπορεῖ νά ἀντέξει τή δύναμη τῆς Θεότητας. Ὁ Χριστός ὅμως μέ τόν τρόπο καί τόν λόγο Του, δείχνει τήν ἀναγκαιότητα τῆς παρουσία Του στή ζωή τοῦ Πέτρου και κατ’ ἐπέκτασιν τήν δική μας.
Ὁ Χριστός ἰδιαιτέρως διά τοῦ Μυστηρίου τῆς θείας Κοινωνίας ἐπιθυμεῖ νά εἰσέλθει στό πλοῖο τῆς ζωῆς μας. Μᾶλλον νά γίνει αὐτή καθεαυτή ἡ ζωή μας. Ὁ τρόπος ὅμως μέ τόν ὁποῖο ἀντιμετωπίζουμε τήν κοινωνία μαζί Του καθορίζει τό ἀποτέλεσμα. Σκεφθήκαμε ποτέ, ἄν ὅσες φορές στή ζωή μας προσερχόμαστε νά κοινωνήσουμε τῶν Ἀχράντων Μυστηρίων, νά λάβουμε τό Σῶμα καί τό Αἷμα τοῦ Χριστοῦ, συναισθανόμαστε ὅτι εἴμαστε ἄνθρωποι ἁμαρτωλοί; Ὅτι ἡ παρουσία τοῦ Χριστοῦ ξεσκεπάζει τό μέγεθος τῆς πνευματικῆς μας ἀσθένειας; Ἤ μήπως προσερχόμαστε μέ θράσος καί ἔλλειψη ἐπίγνωσης, δικαιολογώντας μάλιστα τήν προσέλευσή μας, ἐπειδή νηστεύσαμε κάποιες ἡμέρες καί προσερχόμαστε γιά τό καλό ἤ γιά τό ἔθιμο τῶν ἡμερῶν νά κοινωνήσουμε, χωρίς νά αἰσθανόμαστε τήν ἁμαρτωλότητά μας καί κυρίως χωρίς νά ἔχουμε ἐξομολογηθεῖ τίς ἁμαρτίες μας; Ὁ Πέτρος, ὅπως ἀντιληφθήκαμε σήμερα στό Εὐαγγέλιο, ἐξομολογήθηκε. Δεν σκέφθηκε ἄν εἶναι καλύτερος ἀπό ἄλλους. Μόνον εἶπε ὅτι εἶναι ἁμαρτωλός καί ὁ Χριστός τόν ἀνέδειξε σέ κορυφαῖο μαθητή του.
Ἐμεῖς συνήθως χωρίς νά ἀναγνωρίζουμε τήν ἁμαρτωλότητά μας, ἀδιαφοροῦμε μᾶλλον γιά τόν ἐρχομό καί τήν παρουσία τοῦ Χριστοῦ στό πλοῖο τῆς ζωῆς μας. Κι ἄν δέν τό πράττουμε ἔτσι ἀκριβῶς, τό δείχνουμε μέ τόν τρόπο μας. Παρακολουθοῦμε τήν θεία Λειτουργία χωρίς οἱ περισσότεροι νά συμμετέχουμε σ’ Αὐτήν. Ἐρχόμαστε στήν Ἐκκλησία, συνήθως ἀργά οἱ περισσότεροι καί φεύγουμε ἀπό τή θεία Λειτουργία μοιάζοντας ὄχι στόν Πέτρο, ἀλλά σ’ ἐκείνους, πού ἀγνάντευαν ἀπό τήν παραλία, γιά νά ἐπιστρέψουμε, ὅπως κι ἐκεῖνοι στήν στυγνή καθημερινότητα!
Κάποιες φορές μάλιστα ἐρχόμαστε ἀπέναντι στήν Ἐκκλησία, προτάσσουμε τόν ἐγωϊσμό μας καί ἀπαιτοῦμε ἀπό Αὐτήν διάφορες ἐξυπηρετήσεις καί πράγματα. Ἀπαιτοῦμε ἀπό τήν Ἐκκλησία νά συσχηματισθεῖ με τίς ἀπαιτήσεις μας χωρίς να συλλογισθοῦμε με σεβασμό, πώς ἐμεῖς πρέπει να στοιχηθοῦμε με την ζωή τῆς Ἐκκλησίας. Κρίνουμε τούς πάντες και τά πάντα, πλήν τοῦ ἑαυτοῦ μας κι ὅταν ἔρθει κι ἡ ὥρα να μιλήσουμε για ἐμᾶς τότε ἀκοῦς: «...Πιστεύω με τον τρόπο μου, ...πάω στην Ἐκκλησία ὅποτε το ἔχω ἀνάγκη...» και το χειρότερο, ἀκοῦς πολλούς βαπτισμένους Ὀρθοδόξους Χριστιανούς να δηλώνουν ἀγνωστικιστές και να λένε, πώς...πιστεύουν σέ μια ἀνώτερη δύναμη! Δυστυχῶς, για το κατάντημά μας! Θεωροῦμε πώς ἡ Ἐκκλησία εἶναι φιλανθρωπικός ὀργανισμός και εἶναι ἀρκετό για αὐτήν να ἐκδαπανᾶται σέ ὑλικά ἔργα ἀγάπης, νά προσφέρει φαγητό, ἐνδύματα καί φάρμακα καί νά πληρώνει λογαριασμούς, ναῦλα κι ἐνοίκια, τά ὁποῖα καί βεβαίως παρέχονται καί μάλιστα σέ μέγιστο βαθμό. Ἀκόμη δέ, ἔχουμε καί τήν ἀξίωση νά κάνουμε ὑποδείξεις, ὑποβιβάζοντας τήν Ἐκκλησία ἀπό ζωή τοῦ Χριστοῦ σέ θρησκευτική ὑπόθεση τοῦ κόσμου. Καί τοῦτο φαίνεται ἀκόμη περισσότερο στίς διαπροσωπικές μας σχέσεις, ὅπου ἀδιαφοροῦμε γιά τό τί διδάσκει ὁ Χριστός καί συνήθως πράττουμε αὐτό πού μᾶς μαθαίνει ὁ κόσμος, μέσα ἀπό τόν ὁποῖο μᾶς πλανᾶ ὁ διάβολος καί γιά παράδειγμα: ἀντί να προετοιμαζόμαστε ἀπόβραδίς για να πανηγυρίσουμε σέ μια μεγάλη γιορτή και να κοινωνήσουμε ἀπό τά ἄχραντα Μυστήρια, οἱ πιο πολλοί ξημερώνονται παρέα μέ τίς ὀρχῆστρες στις κάθε λογῆς ἐκδηλώσεις, ὅπου λατρεύεται ἡ ὑλική τροφή και ἀπόλαυση!
Ὁ Χριστός μέσα ἀπό τό ἱερό Εὐαγγέλιο μᾶς διδάσκει: «Καί ὅταν ἀκόμη ἐκτελέσετε ὅλα ὅσα σᾶς διέταξε ὁ Θεός, πρέπει νά λέτε ὅτι εἴμαστε ἄχρηστοι δοῦλοι, διότι ἁπλῶς κάναμε ὅ,τι εἴχαμε χρέος νά κάνουμε.»(βλ. Λουκ. ιζ΄ 10). Γι’ αὐτό καί δέν ὅρισε ὡς Ἁγιότητα τήν ἀξιοσύνη, ἀλλά τήν ἐν μετανοία ἀναγνώριση τῆς ἁμαρτωλότητας, ὅπως λέει ὁ ἅγιος Ἰσαάκ ὁ Σῦρος. Ἄν μιμηθοῦμε τόν Πέτρο, τότε θά αἰσθανθοῦμε καί τήν ἐπιθυμία νά μιλήσουμε στόν Χριστό. Θά ἔχουμε τήν εὐκαιρία εἴτε μέ τήν προσευχή μας, εἴτε μέ τό λόγο μας, εἴτε μέ τά ἔργα τῆς ἀγάπης, ἀλλά κυρίως μέ τήν ἔξοδό μας ἀπό τόν ἑαυτό μας καί ἀπό τή συνήθειά μας, ἀρχικά μέ τήν ἐξομολόγηση, νά ζήσουμε τήν ἐμπειρία τῆς ἐν Χριστῷ ζωῆς, χωρίς νά παραμένουμε προσκολλημένοι στίς βιοτικές μας μέριμνες και ἀπολαύσεις. Χρειάζονται κι αὐτές ἀλλά στην ὥρα και το μέτρο τους.
Ἀς ἀξιοποιήσουμε τήν παρουσία τοῦ Χριστοῦ στό πλοιάριο τῆς ζωῆς μας. Ἰδίως τώρα ὅπου τα πάντα περιστρέφονται γύρω ἀπό τά ἁλιεύματα τῆς ἐπιβίωσης, οἱ Ὀρθόδοξοι Χριστιανοί, ὀφείλουμε νά ζοῦμε ἀναγνωρίζοντας μέ ταπείνωση τήν ἀνάγκη νά ὑπάρχει καί νά προηγεῖται ὁ Χριστός στή ζωή μας. Ἀμήν.