π. Θεμιστοκλής Μουρτζανός
Ένα
σύνθημα, γραμμένο από νέα παιδιά, λέει: «Αγάπη και φιλία δεν έμαθα στην
Εκκλησία». Και αναρωτιέται ο καθένας διαβάζοντάς το, αν αυτοί που το
έγραψαν μπόρεσαν να βρούνε αληθινά τι σημαίνει Εκκλησία και τι η ζωή της
ή έμειναν απλώς κολλημένοι σε μία επιφανειακή νοοτροπία προσέγγισης της
πίστης. Από την άλλη, δεν μπορεί παρά να προβληματιζόμαστε για το τι
μαθαίνει ένας νέος άνθρωπος όταν εκκλησιάζεται. Όταν ακούει μία γλώσσα
που δεν του μιλά στην καρδιά του. Όταν βλέπει ανθρώπους γερασμένους στην
νοοτροπία και στη διάθεση να δηλώνουν με κάθε τρόπο ότι την
εκπροσωπούν. Όταν δε βρίσκει χαμόγελο και κατανόηση, γιατί ο παπάς είναι
βιαστικός να τελειώσει τη λειτουργία και να επιστρέψει στα ίδια. Όταν
φοβάται ο νέος να μιλήσει γι’ αυτό
που τον απασχολεί, διότι μέσα του έχει ταυτίσει την Εκκλησία με το
κατεστημένο των καιρών. Όταν νομίζει ότι η Εκκλησία υπάρχει ως φύλακας
μιας ξεπερασμένης ηθικής, που φωνάζει συντηρητικά, χωρίς να είναι σε
θέση να αφουγκραστεί τις ανάγκες των καιρών.
Είναι
εύκολη βεβαίως η κριτική. Από τους νέους συγχωρείται, διότι μέσα τους
μπορούν να ζητούν το τέλειο, το ξεχωριστό, το απόλυτο. Αισθάνονται την
Εκκλησία απούσα από τη ζωή τους. Η οικογένειά τους δεν την θέλει ή μένει
απλώς στη συνήθεια των γιορτών. Η προπαγάνδα των ΜΜΕ και των
διανοουμένων γκρεμίζει γέφυρες επικοινωνίας. Συχνά και η ίδια η Εκκλησία
δεν έχει τη διάθεση να αναταράξει τα λιμνάζοντα ύδατα. Ακολουθεί μία
γραμμή σιωπής και αποχής από τον δημόσιο βίο ή απλώς χρησιμοποιεί τα ΜΜΕ
για να προβάλει πρόσωπα, άμφια και στολές ή για να αναπαραγάγει
μηνύματα ακαταλαβίστικα, «χωρία» που δεν έχουν να κάνουν με το σήμερα.
Κάποτε καλλιεργεί έναν φανατικό και διχαστικό λόγο, μία επιθετικότητα
που δεν οδηγεί πουθενά. Και δεν θέλει ο νέος και δεν βρίσκει αγάπη και
φιλία στην Εκκλησία.
Είναι
όμως μία κραυγή αγωνίας αυτή. Υπενθυμίζει στους ταγούς της Εκκλησίας
ότι η κύρια αποστολή τους είναι διά του Χριστού να βοηθηθούν ιδιαιτέρως
οι νέοι να μάθουν πώς να είναι αυθεντικοί στη ζωή τους, να επιδιώκουν
γνήσιες σχέσεις, να εργάζονται γι’ αυτές,
να κοπιάζουν, να υπομένουν, να εμπιστεύονται. Κι αυτό γίνεται δια της
πίστης. Διότι είναι εύκολο να κατακρίνεις τους άλλους ότι δεν σε
δίδαξαν. Είναι επώδυνο όμως να χάνεις τον καιρό σου μη γυρνώντας και
στον εαυτό σου, στον εντός σου άνθρωπο, για να δεις τι είναι αυτό που σε
εμποδίζει και να μάθεις αυτό που αληθινά σου προσφέρει η Εκκλησία, αλλά
και πώς να το εφαρμόσεις στη ζωή σου.
Πάντοτε υπάρχουν χώροι, ενορίες, μοναστήρια, συνάξεις και πρόσωπα που αγαπούνε και διδάσκουν στην πράξη τι σημαίνει φιλία. Χρειάζεται
όμως να ακούσουμε τον Χριστό, το χτύπημα του Οποίου στην πόρτα της
καρδιάς μας δίδεται συνεχώς, άλλοτε διά των προσώπων, άλλοτε διά των
περιστάσεων της ζωής, άλλοτε διά του τρόπου της Εκκλησίας. Θα άξιζε τον
κόπο οι νέοι να τολμήσουν να ανοίξουν αυτή την πόρτα.
Αυτό
το σύνθημα είναι μία πρόκληση αφύπνισης για όσους θέλουμε να πιστεύουμε
στον Θεό και έχουμε έγνοια για τους νέους μας. Ας μην μένουμε κι εμείς
στην παραίτηση ότι η δομή της Εκκλησίας δεν βοηθά. Ο καθένας έχει την
προσωπική του ευθύνη.