«Όταν μέσα σου ξεσηκώνεται πόλεμος με πολύ άσχημους λογισμοὺς καί μετά σέ πιάνει στεναχώρια ἤρεμα να μεταφέρεσαι νοερά κάτω ἀπὸ τὸν Σταυρὸ τοῦ Χριστοῦ.
Νὰ γονατίζεις καὶ νὰ ἀγκαλιάζεις τὰ πόδια του λέγοντας τὴν εὐχή.
Ἐὰν αἰσθανθεῖς νὰ σὲ πλησιάζει τὸ κακὸ πνεῦμα, προσπάθησε νὰ μὴν πιάσεις κουβέντα μαζί του. Πρὶν σὲ πιάσει, γύρισε τὸ νοῦ καὶ τὴν καρδιά σου στον Χριστό.
Όπως τὸ παιδάκι, ποὺ θὰ δεῖ ξαφνικά μπροστά του τὰ δόντια ἀπὸ ἕνα ἄγριο σκυλὶ καὶ ἀμέσως θὰ γυρίσει στὸν μπαμπά του καὶ θὰ πέσει στὴν ἀγκαλιά του γιὰ νὰ γλιτώσει. Καὶ ὅταν εἶσαι ἄρρωστος, κι ὅταν πονάει τὸ σῶμα σου, κι ὅταν ἔχεις στεναχώρια… τὸ ἴδιο νὰ κάνεις.
Ὅσο μποροῦμε περισσότερο να προσευχόμαστε μὲ ἀγάπη. Νὰ λέμε μία-μία τις λέξεις: «Κύριε, Ἰησοῦ, Χριστέ, ἐλέησόν με…!», καὶ νὰ τὶς προσέχουμε. Όχι μηχανικὰ καὶ βιαστικά. Ἐὰν συγκεντρώνουμε τὸ νοῦ μας καὶ τὶς λέμε μὲ λατρεία, τότε προσευχόμαστε μὲ τὴν καρδιά μας».