Δύο είναι τα ζητήματα που απασχολούν όσους συζητούνε για την οικογένεια σήμερα. Το πρώτο είναι το γιατί οι άνθρωποι προτιμούν να περάσουν στην τέταρτη δεκαετία της ζωής τους για να παντρευτούνε, κάποτε και αργότερα, και το δεύτερο γιατί να κάνουν περισσότερα από ένα ή δύο παιδιά. Δεν είναι εύκολες οι απαντήσεις. Θα είχε ενδιαφέρον να δούμε γιατί παλαιότερα οι άνθρωποι παντρεύονταν νωρίς ηλικιακά. Ήταν απλά ένα κοινωνικό πρόσταγμα; Ήταν η ανάγκη για νομιμοποίηση της σεξουαλικής ζωής; Ήταν αυτός ο σκοπός της ζωής για να έρθει η ευτυχία; Επιδρούσαν οι θρησκευτικές αντιλήψεις, οι οποίες σήμερα έχουν γενικά από-αυθεντοποιηθεί; Ήταν το ότι η θέση της γυναίκας στην κοινωνία ταυτιζόταν με την μητρότητα και όχι με την εργασία ή την καριέρα; Έχουμε την αίσθηση πως όλα αυτά προφανώς και έπαιζαν ρόλο στη περιρρέουσα ατμόσφαιρα, αλλά υπήρχε και κάτι που σήμερα δεν λειτουργεί στον βαθμό που θα βοηθούσε στο να δημιουργηθεί πιο έγκαιρα οικογένεια και να μπούνε οι βάσεις για να αντιμετωπιστεί το δημογραφικό μας πρόβλημα.
Είναι ένα αίσθημα χαλαρότητας ως προς τη ανάληψη ευθυνών για την ζωή, που χαρακτηρίζει τους νέους της εποχής. Το βλέπουμε εύκολα στον τρόπο με τον οποίο δεν δεσμεύονται, ούτε στο σχολείο, ούτε στην εργασία, ούτε στις σχέσεις. Υπάρχει μια "χύμα" κατάσταση, της λογικής "βλέποντας και κάνοντας" και "ας δοκιμάσω για την εμπειρία". Η αίσθηση του χρέους, του καθήκοντος δεν πρυτανεύει. Αντίθετα, γίνεται αντικείμενο υποτίμησης. Όποιος ή όποια παίρνει την ζωή στα σοβαρά, μάλλον ταλαιπωρείται από την γενιά των συνομηλίκων του/της, όπως και από την κοινωνική νοοτροπία. Παρότι όλοι γνωρίζουμε πως η επιτυχία, ίσως και η ευτυχία, δεν είναι θέμα τύχης, αλλά σκληρής δουλειάς, εντούτοις, σε ζητήματα σχέσεων και οικογένειας πρυτανεύουν οι αντιλήψεις ότι "έχουμε καιρό", ότι "ο άλλος πρέπει να είναι αυτός που θα μου δώσει γιατί εγώ αξίζω έτσι κι αλλιώς", ενώ τα παιδιά είναι δέσμευση και καλό είναι να επιδιώξουμε να έχουμε αφού χαρούμε την ζωή μας. Προφανώς και τα παιδιά είναι δέσμευση, αλλά η χαρά του γίνεσαι γονιός, του να συμπληρώνεται η αγάπη με την τεκνογονία, του να μεγαλώνεις έναν άνθρωπο από την αρχή, να μετέχεις σε όλες τις καταστάσεις της ζωής μέσα από την σχέση μαζί του, είναι δώρο Θεού, μοναδικό και ανεπανάληπτο. Αυτό δεν επισημαίνεται σήμερα. Αντίθετα, όλες οι συζητήσεις γίνονται για παιδιά που δυσκολεύουν και δυσκολεύονται, για γονείς που χάνουν την σχέση και την χαρά της ζωής τους μέσα από τα προβλήματα των παιδιών, για τα έξοδα, για την στέρηση που οι γονείς ως άνθρωποι είναι υποχρεωμένοι να βιώσουν.
Η Εκκλησία δεν έχει καταφέρει να βοηθήσει συνολικά στον τομέα αυτό. Παρότι ο θεσμός της Σχολής Γονέων λειτούργησε και λειτουργεί σχετικά ικανοποιητικά, εντούτοις οι κατεξοχήν σύμβουλοι γάμου και οικογένειας, που είναι οι πνευματικοί- εξομολόγοι, παρότι βοήθησαν και βοηθούν, δεν έχουν συχνά την επαφή με την νέα πραγματικότητα. Άλλοτε έχουν υπόψιν τους φιλοκαλικές ποιμαντικές, εντελώς ακατάλληλες για τον άνθρωπο που έχει το "εγώ" του ιδιαίτερα ισχυρό, καθώς η φιλοκαλία προϋποθέτει βαθιά πίστη και ετοιμότητα για αγάπη που ξεπερνά τον εαυτό, ενώ άλλοτε διακατέχονται από μια επιείκεια, που δεν φανερώνει την αλήθεια ούτε στο ζευγάρι, ούτε στα παιδιά, από φόβο μην τους χάσει. Χρειάζεται διάλογος με το σήμερα και αγάπη που μιλά με ειλικρίνεια. Θα συνεχίσουμε όμως, γιατί το θέμα έχει και άλλες πτυχές.
π. Θεμιστοκλής Μουρτζανός