του π. Αντώνιου Πινακούλα
Γιορτάζουμε τη μεγάλη γιορτή του
Ευαγγελισμού της Θεοτόκου. Γιορτάζουμε τη φανέρωση της μεγάλης απόφασης
του Θεού, της προαιώνιας απόφασής του, να ξαναδημιουργήσει τον κόσμο και
να γίνουμε εμείς όλοι ξαναδημιουργημένοι άνθρωποι και παιδιά του Θεού.
Κι ενώ αυτό είναι το μεγαλύτερο έργο του Θεού, το μοναδικό γεγονός της
ιστορίας των ανθρώπων, το ευαγγέλιο δεν μας εξυμνεί αυτό. Μας λέει
κάποιες λεπτομέρειες, πάρα πολύ σημαντικές, που αφορούν και αυτό το έργο
του Θεού, αλλά και εμάς σε σχέση με το μυστήριο που φανερώθηκε τότε και
το γιορτάζουμε σήμερα.
Μας παρουσιάζει δηλαδή το ευαγγέλιο
λεπτομέρειες από την αποστολή του Αρχάγγελου Γαβριήλ σε μια κοπέλα της
Παλαιστίνης, που ζούσε σε μια μικρή κωμόπολη, από την απόφαση της οποίας
ο Θεός εξαρτούσε την πραγματοποίηση αυτού του σχεδίου. Γι’ αυτό και μας
δίνει τόσες λεπτομέρειες. Έχει σημασία ο διάλογος που κάνει ο
Αρχάγγελος Γαβριήλ με την Μαριάμ, την Παναγία μας. Καταρχάς, τη
χαιρετάει. «Χαίρε Κεχαριτωμένη ο Κύριος μετά Σου. Ευλογημένη συ εν
γυναιξί». Η Παναγία μας ταράζεται απ’ αυτά που ακούει και διερωτάται
ποιος είναι ο σκοπός αυτού του χαιρετισμού. Σε τι αποβλέπει. Ο άγγελος
συνεχίζει: «Μη φοβάσαι Μαριάμ. Θα μείνεις έγκυος και θα γεννήσεις ένα
παιδί που θα το ονομάσουν Ιησού. Θα είναι απόγονος του βασιλιά Δαυίδ και
θα καθίσει πάνω στο θρόνο του». Εκείνη ρωτάει: «Και πώς θα γίνει αυτό,
αφού εγώ δεν έχω παντρευτεί;». Κι εκείνος συνεχίζει: «Το Άγιο Πνεύμα θα
έλθει. Κι αυτό που θα γεννηθεί είναι άγιο». Και μετά από αυτό, η Παναγία
λέει αυτό που ξέρουμε όλοι μας: «Ιδού η δούλη Κυρίου γένοιτό μοι κατά
το ρήμα σου». Είμαι η δούλη του Θεού, ας γίνουν όλα κατά την εντολή σου.
Αγαπητοί αδελφοί, έχει σημασία γιατί ο
ευαγγελιστής μας αναφέρει λεπτομερώς αυτόν το διάλογο. Εγώ σας τα είπα
εν περιλήψει. Έχει τεράστια σημασία, γι’ αυτό και μας τα αναφέρει.
Βλέπετε πώς αντιδρά η Παναγία σε αυτό το μήνυμα του Θεού. Καταρχήν,
ερευνά περί τίνος πρόκειται. Στη συνέχεια, το εξετάζει με βάση τη δική
μας λογική και την ανθρώπινη φύση. Δύο πράγματα που τα ξέρουμε όλοι μας.
Που τα καταλαβαίνουμε όλοι μας. Που τα ζούμε στην καθημερινότητά μας.
Πώς σκεπτόμαστε και ποια είναι η φύση μας. Πώς είναι δυνατόν να γεννηθεί
ένας άνθρωπος, αν ένα ζευγάρι δεν έχει σεξουαλική ζωή και αν οι σύζυγοι
δεν ζούνε μαζί; Είναι δυνατόν να γίνει αυτό; Η Παναγία ρωτάει τα
απλούστερα των πραγμάτων. Αυτά που ξέρουμε όλοι μας. Κι όταν ακούει ότι
αυτό θα γίνει με την παρουσία και ενέργεια του Αγίου Πνεύματος,
παραιτείται από όλα αυτά. Γιατί ήδη μπαίνουμε σε έναν άλλο κόσμο. Κι η
Παναγία το ξέρει αυτό πάρα πολύ καλά. Και απαντάει: «Ιδού η δούλη
Κυρίου. Γένοιτό μοι κατά το ρήμα σου».
Γι’ αυτό τώρα πρέπει να προσέξουμε δύο
πράγματα. Πώς ενεργεί ο Θεός και γιατί ενεργεί ο Θεός έτσι. Ο Θεός είναι
παντοδύναμος. Θα μπορούσε να γεννηθεί, να κινήσει το οποιοδήποτε πλάσμα
του, την οποιαδήποτε γυναίκα. Και να πάρει σώμα, να δανειστεί από εκεί
τη σάρκα του, όπως λένε τα βιβλία μας. Αλλά δεν θέλει να γεννηθεί έτσι.
Θέλει να γεννηθεί με σώμα, με ψυχή, με βούληση, με επιθυμίες και
συναισθήματα. Κι αυτό για να γίνει, πρέπει να ανταποκριθεί ένα άλλο
πλάσμα, μια γυναίκα. Ούτως ώστε εκείνος να γεννηθεί σαν άνθρωπος όπως
όλοι οι άνθρωποι, χωρίς να του λείπει τίποτε. Κι αυτό να γίνει με τη
δική της απόφαση, με τη δική της θέληση. Για να μη γεννηθεί ο Θεός στον
κόσμο σαν άνθρωπος ανάπηρος, χωρίς όλα όσα έχουμε όλοι μας. Γιατί για να
έχουμε όλοι μας αυτά που έχουμε, το ήθελαν οι γονείς μας, το πήραν
απόφαση, αλλιώς δεν γίνεται, δεν μπορεί να συμβεί. Κι έτσι λοιπόν θέλει
να γεννηθεί ο Θεός στον κόσμο. Και θέλει από μας να ανταποκρινόμαστε σε
εκείνον με όλα όσα έχουμε δικά μας. Και με το σώμα μας και με την ψυχή
μας και με τη βούλησή μας και με τη λογική μας και με τα συναισθήματά
μας και με τις επιθυμίες μας. Έτσι θέλει ο Θεός. Γι’ αυτό και
εμφανίζονται όλα αυτά στην Παναγία. Έτσι ήταν να γίνει. Γιατί ο Θεός
έτσι ήθελε. Και περίμενε να έρθει αυτή η ώρα που ένας άνθρωπος θα
μπορούσε να ανταποκριθεί στο κάλεσμά του. Αλλά εμείς βλέπουμε μέσα από
αυτά πώς ενεργεί ο Θεός. Δεν ενεργεί δηλαδή με τη δύναμή του, ούτως ώστε
να σπρώξει ένα άλλο πλάσμα σε αυτό που θέλει εκείνος. Αλλά μόνο με τη
συγκατάθεσή του. Πρέπει και το πλάσμα αυτό να αποφασίσει. Με το μυαλό
του και με τη σκέψη του.
Αγαπητοί αδελφοί, υπάρχει ένα περίεργο
σε αυτή τη συνάντηση του Αρχάγγελου με την Παναγία, που ενώ τα ακούμε
συνέχεια στην Εκκλησία, μας ξεφεύγει και δεν το προσέχουμε. Αν
συγκρίνουμε δηλαδή το γεγονός αυτό της παρουσίας του αγγέλου και της
συζήτησης που κάνει με την Παναγία, αυτό συμβαίνει και με άλλα πρόσωπα
μέσα στην ιστορία των σχέσεων του ανθρώπου με τον Θεό. Και με τον Αβραάμ
μίλησε ο Θεός και με τον Μωυσή μίλησε και με τόσους άλλους αγίους. Αυτό
στο οποίο ξεχωρίζει η συνάντηση του αγγέλου με την Παναγία είναι ότι η
Παναγία σε καμία στιγμή αυτού του διαλόγου δεν εκφράζει αδυναμία, δεν
παρακαλεί τον Θεό να την αξιώσει να γίνει αυτό. Θυμόσαστε ότι μιλάει με
τον Αβραάμ κι ο Αβραάμ λέει ότι είναι γη και στάχτη. Μιλάει με τον Μωυσή
κι εκείνος λέει ότι είναι αδύνατον να αναλάβει αυτό που του λέει.
Μιλάει με τον Ησαΐα κι εκείνος λέει ότι εγώ είμαι ένας αμαρτωλός μέσα σε
αμαρτωλούς κοκ. Ο ίδιος ο άγιος Ιωάννης ο Πρόδρομος που, κατά τα λόγια
του Χριστού, ήταν ο μεγαλύτερος προφήτης κι ο αγιότερος
Κι αυτά όλα, για μας τι σημαίνουν;
Σημαίνουν πάρα πολλά πράγματα. Πώς μπορούμε να ανταποκριθούμε σε αυτό
που φανερώνεται σήμερα; Σ’ αυτό που δημιούργησε ο Θεός που έγινε
άνθρωπος και ήρθε στον κόσμο και συγκρότησε την Εκκλησία του κι εμείς
είμαστε τα μέλη της, μέλη αυτού του Σώματος του Χριστού, ο διάλογος
αυτός φανερώνει τι θέλει ο Θεός από μας. Και τι μας αξιώνει ο Χριστός να
γίνουμε. Θέλει να γίνουμε σαν την Παναγία και μας αξιώνει με τον τρόπο
που ήρθε στον κόσμο. Γι’ αυτό έγινε άνθρωπος, για να γίνουμε εμείς σαν
την Παναγία. Ελεύθεροι, αυθεντικοί άνθρωποι, χωρίς εξαρτήσεις. Αυτό
συμβαίνει στην Παναγία. Χωρίς εσωτερικές εξαρτήσεις. Ποιες είναι αυτές;
Λέει ο άγιος Ιωάννης, ο Απόστολος και ευαγγελιστής, ότι «προσέχετε
αδελφοί την καρδιά σας. Μήπως εκείνη σας κατηγορεί; Αν σας κατηγορεί,
δεν είστε καθαροί μπροστά στον Θεό». Η Παναγία δεν είχε την καρδιά της
να την κατηγορεί μπροστά στον Θεό. Οι λογισμοί της, οι σκέψεις της, οι
επιθυμίες της, τα συναισθήματά της, ήταν εκείνα που ήθελε ο Θεός. Δεν
υπήρχε διχασμός μέσα της και αντίφαση. Λέει αλλού ο Απ. Παύλος ότι οι
άνθρωποι ζούμε συνέχεια σε μια εσωτερική σύγκρουση. «Των διαλογισμών
ημών κατηγορούντων ή απολογουμένων». Συνεχώς δεχόμαστε σκέψεις που μας
κάνουν να αισθανόμαστε ένοχοι και κατηγορούμεθα. Από την άλλη,
απολογούμαστε. Κι αυτό γίνεται μέχρι να έρθει η χάρις του Θεού και να
μας ελευθερώσει. Αυτό ήρθε λοιπόν να κάνει ο Χριστός. Να μας δείξει σαν
την Παναγία. Να φανερώσει το μυστήριο της παρουσίας της χάρης του Θεού
ανάμεσά μας. Αυτό λοιπόν ζητούσε από μας, γι’ αυτό έχει σημασία, και
μας το χαρίζει αυτό. Γι’ αυτό γίνεται άνθρωπος, γι’ αυτό γίνεται η
Εκκλησία, γι’ αυτό εμείς πορευόμαστε μαζί της.