Η ζωή είναι ένας συνεχής
άγώνας, σκληρός άγώνας έπιβιώσεως. Ό χριστιανός αισθάνεται αύτόν τόν
άγώνα καί μέσα του καί γύρω του. Διότι γιά τόν πιστό χριστιανό ό άγώνας
τής ζωής δέν είναι άπλός άγώνας είναι πόλεμος! Αγωνίζεται ό πιστός,
πολεμάει έναντίον τής αύτοκρατορίας τού κακού, πρός τούς χιλιάδες
φανερούς καί άφανεΐς έχθρούς, ένάντια στά κρυφά καί άνομα σχέδιά τους.
Στόν πόλεμο τούτο άντίπαλός του είναι
καί ή σύγχρονη τεχνολογία, πού μαζί μέ τά καλά της συχνά γίνεται
εξαιρετικά έπικίνδυνη μέ τούς πειρασμούς πού δημιουργεί κατά τήν
άπρόσεκτη χρήση της. Ό άγώνας τού πιστού γίνεται έτσι μετωπικός καί
συγχρόνως κυκλωτικός, πολυμέτωπος, άφού ποικίλα είναι τά προβλήματα καί
παντοειδείς οί πειρασμοί πού τόν άπειλούν. Είναι προβλήματα οικονομικά,
μορφωτικά, είναι ποικίλες πνευματικές καί ύλικές άνάγκες. Όλα αύτά
δημιουργούν συχνά καταστάσεις άγχώδεις, προκαλοΰν άρρώστιες πνευματικές
πρωτοφανέρωτες.
Είναι όμως τά πράγματα τόσο δύσκολα όπως
μάς παρουσιάζονται; Δύσκολα είναι. Άλυτα… όχι! Υπάρχει λύση. Υπάρχει,
διότι είναι κοντά μας ό Θεός καί μάς βλέπει. Μάς παρακολουθεί μέ
φροντίδα καί στοργή, καί στήν κατάλληλη στιγμή έπεμβαίνει.
Πώς άρχίσαμε; Οί χριστιανοί στόν άγώνα
τους ποτέ δέν είναι μόνοι, ποτέ λίγοι. Ναι, αύτή είναι ή άλήθεια.
Μπροστά στήν καταστροφική δράση τού κακού, μπροστά στήν άπειλή τών
δυνάμεων τού σκότους, έμεΐς λέμε: Ποτέ δέν είμαστε μόνοι, ποτέ λίγοι!
Κάποιοι μάς έμπαίζουν. Κάποιοι άλλοι μάς οικτίρουν. Άλλοι μάς μετράνε
καί μάς βρίσκουν λίγους. Κάνουν όλοι λάθος μεγάλο. Απόδειξη; Ιδού!
Είμαστε στήν Παλαιό Διαθήκη στά 850 π.Χ.
περίπου. Βασιλιάς τού Ισραήλ είναι ό Ίωράμ, βασιλιάς τής Συρίας ό γιός
τού Άδερ. Βρίσκονται σέ πόλεμο μεταξύ τους. Ό Ίωράμ άποφεύγει τις
παγίδες τού βασιλιά τής Συρίας καί έκεΐνος άνησυχεΐ: «Κάποιος μέ
προδίδει», λέει στό περιβάλλον του. «Όχι, βασιλιά», τού άπαντούν, «δέν
σέ προδίδει κανείς άπό μάς φανερώνει τις κινήσεις σου στόν βασιλιά τους ό
προφήτης τους Ελισαίος, πού μένει στήν περιοχή τής Δωθάί’μ». Ό βασιλιάς
τής Συρίας στέλνει άμέσως στρατό, ιππικό, άρματα, περικυκλώνει τήν
Δωθαΐμ. Ό μαθητής του προφήτη ’Ελισαίου βγαίνοντας τό πρωί αντικρίζει τό
έχθρικό στράτευμα· τόν καταλαμβάνει φόβος καί τρόμος. Τρέχει
καταπτοη-μένος στόν Προφήτη: «Τί θά κάνουμε, πάτερ;», τοϋ λέει. «Μή
φοβάσαι», τοΰ άπαντάει έκεΐνος, «αυτοί πού είναι μαζί μας είναι
περισσότεροι άπό έκείνους πού είναι μέ τούς έχθρούς μας». «Μή φοβοΰ, ότι
πλείους οί μεθ’ ήμών ύπέρ τούς μετ’ αύτών» (Δ’ Βασ. ς’ 16). Ταυτόχρονα
προσεύχεται στόν Θεό νά άνοίξει τά μάτια τοϋ παιδιού καί νά δει τά
άόρατα. Καί τότε τό παιδί είδε τό βουνό γεμάτο μέ ιππικό καί πύρινα
άρματα νά τούς προστατεύουν ολόγυρα. Ό ούράνιος κόσμος ήταν κοντά τους,
στράτευμα άνίκητο!
’Άς δούμε τώρα τήν άλήθεια αύτή στήν
ιστορία τής Εκκλησίας μας. Ή πανίσχυρη Ρωμαϊκή Αύτοκρατορία έχει πλοία,
ιππικό, άρματα, πεζικό. Κατέλαβε όλο τόν κόσμο. Τώρα άντιπα-ρατάσσεται
πρός έναν άλλο στρατό. Δέν είναι ιππείς, δέν είναι στρατηγοί. Είναι
άπλοι τοϋ λαού άνθρωποι, πού έπικεφαλής τους βρίσκεται ένας άγνωστος
στήν έξουσία άνθρωπος. Αύτός ό πόλεμος κράτησε περίπου τέσσερις αιώνες.
Πόσοι μάρτυρες οδηγήθηκαν στό Κολοσσαΐο, στις λίμνες, στις θάλασσες, στά
γυμναστήρια… Οί δήμιοι κουράστηκαν νά κόβουν κεφάλια… Καί μετά… ή
’Εκκλησία τοΰ Χριστού θριάμβευσε. Τό όραμα τοΰ Μεγάλου Κωνσταντίνου «έν
τούτω νίκα» έπισφράγισε τή νίκη! Πώς νίκησαν οί πιστοί; Νίκησαν μέ τή
δύναμη τοϋ Θεού! Ό ούρανός ήταν μαζί τους, τούς ένίσχυε στόν τιτάνιο
άγώνα τους.
Καί δέν ήταν μόνο έκείνη ή μάχη.
Πρόσφατα, στή διάρκεια τής σοβιετικής τυραννίας, έβδομήντα ολόκληρα χρόνια οί χριστιανοί διώκονται, έξαφανίζονται. Γέμισαν οί φυλακές, τά κάτεργα στή Σιβηρία, έκτελέσεις άμέτρητες, οί πιστοί θάβονται ζωντανοί. Κάποια όμως μέρα τό σύστημα καταρρέει ξαφνικά σάν χάρτινος πύργος. Χάθηκαν οί έχθροί μηδενός διώκοντος αύτούς. Τώρα οί κατά τόπους Εκκλησίες έρευνοϋν τά άρχεΐα των άπολεσθέντων, γιά νά βροΰν όλους έκείνους πού έκτελέστηκαν έπειδή ήταν χριστιανοί. Τώρα οί άγωνιστές άναγνωρίζονται άγιοι καί μνημονεύονται στά Μαρτυρολογία.
Πρόσφατα, στή διάρκεια τής σοβιετικής τυραννίας, έβδομήντα ολόκληρα χρόνια οί χριστιανοί διώκονται, έξαφανίζονται. Γέμισαν οί φυλακές, τά κάτεργα στή Σιβηρία, έκτελέσεις άμέτρητες, οί πιστοί θάβονται ζωντανοί. Κάποια όμως μέρα τό σύστημα καταρρέει ξαφνικά σάν χάρτινος πύργος. Χάθηκαν οί έχθροί μηδενός διώκοντος αύτούς. Τώρα οί κατά τόπους Εκκλησίες έρευνοϋν τά άρχεΐα των άπολεσθέντων, γιά νά βροΰν όλους έκείνους πού έκτελέστηκαν έπειδή ήταν χριστιανοί. Τώρα οί άγωνιστές άναγνωρίζονται άγιοι καί μνημονεύονται στά Μαρτυρολογία.
Χριστιανοί τοϋ σήμερα, σηκωθείτε! Μή
μετρηθείτε! Δέν είμαστε μόνοι, ούτε λίγοι. Σηκώστε τις σημαίες ψηλά…
είναι ματωμένες, έχουν τό αίμα τοΰ ’Εσταυρωμένου, τό αίμα τών μαρτύρων,
τό χρυσό μονόγραμμα I X (Ιησούς Χριστός) καί τό «έν τούτω νίκα» τοΰ
Μεγάλου Κωνσταντίνου.
Δέν άκοΰτε; Άπό μακριά, άπό τά βάθη τών
αιώνων έρχεται ένας ύμνος… μάς πλησιάζει. Είναι τραγούδι… ύμνος
έκατομμυρίων άγωνιστών… Μιά στρατιά άπό άρχιερεΐς, ιερείς, μοναχούς,
μοναχές, άνδρες, γυναίκες, παιδιά… άπό όλες τις ήλικίες, όλες τις φυλές,
όλα τά χρώματα… άσπροι, μαύροι, κίτρινοι, μελαμψοί.
Είναι τό άμέτρητο πλήθος πού ψάλλει άλληλούϊα, άλληλούϊα, άλληλούϊα!
Είναι ό ύμνος τών μαρτύρων τής «Άποκαλύψεως», είναι καί δικός μας ύμνος.
Μάς παρακινούν όλοι: Σηκώστε ψηλά τις καρδιές, ψηλά τις ψυχές, ψηλά, όπου ό Χριστός!
Όχι! Δέν είμαστε μόνοι! Είναι μαζί μας ό Ούρανός!
Αλληλούια, άλληλούϊα, άλληλούϊα! *