Ο Όσιος Στέφανος γεννήθηκε στην Κωνσταντινούπολη και οι ευσεβείς
γονείς του Ιωάννης και Άννα τον ανέθρεψαν κατά τον καλύτερο χριστιανικό
τρόπο. Όταν μεγάλωσε, μορφώθηκε αρκετά και αργότερα αναδείχθηκε
ηγούμενος στο περίφημο όρος του Αγίου Αυξεντίου.
Όταν ξέσπασε ο πόλεμος εναντίον των αγίων εικόνων, όχι μόνο δε
συμμορφώθηκε με τις αυτοκρατορικές διαταγές, αλλά και χαρακτήρισε
αιρετικούς τους εικονομάχους βασιλείς. Καταγγέλθηκε στον αυτοκράτορα
Κωνσταντίνο τον Κοπρώνυμο, ο όποιος ήλπιζε με την προσωπική του επιβολή,
όταν τον έφερνε μπροστά του, να δαμάσει το φρόνημα του Στεφάνου. Συνέβη
όμως το αντίθετο. Ο Στέφανος, από τους ανθρώπους με «πολλήν παρρησία εν
πίστει την εν Χριστώ Ιησού» (Α’ προς Τιμόθεον, γ’ 13), δηλαδή με πολλή
παρρησία και θάρρος στο να διακηρύττει την πίστη που ομολογούν όσοι
είναι σε κοινωνία με τον Ιησού Χριστό, ήλεγξε αυστηρά κατά πρόσωπο τον
Κοπρώνυμο. Αυτός τότε τον έκλεισε στη φυλακή και μετά από μέρες διέταξε
να τον θανατώσουν.
Αφού, λοιπόν, τον έβγαλαν από την φυλακή, άρχισαν να τον λιθοβολούν
και να τον κτυπούν με βαρεία ρόπαλα. Ένα ισχυρό κτύπημα στο κεφάλι έδωσε
τέλος στη ζωή του Στεφάνου (το 767 μ.Χ.). Κατόπιν το σώμα του το έριξαν
στη θάλασσα, αλλά ευλαβείς χριστιανοί που το βρήκαν όταν τα κύματα το
έφεραν στην παραλία, το έθαψαν με την αρμόζουσα τιμή.
Ασκητικώς προγυμνασθείς εν τω όρει, τας νοητάς των δυσμενών
παρατάξεις, τη πανοπλία ώλεσας παμμάκαρ του Σταυρού. Αύθις δε προς
άθλησιν, ανδρικώς απεδύσω, κτείνας τον Κοπρώνυμον, τω της Πίστεως ξίφει·
και δι᾽ αμφοίν εστέφθης εκ Θεού, Οσιομάρτυς αοίδιμε Στέφανε.