Νομίζετε ότι αυτό που συμβαίνει στην Ελλάδα σήμερα δεν έχει
δεν έχει λόγους πνευματικούς από πίσω; Τεράστιους πνευματικους λόγους….
Έχει λειψει ακριβώς αυτή η συνείδηση η ευχαριστιακή, ο
Έλληνας έχασε αυτή την ευγνώμονα ευχαριστιακή συνείδηση στην οποία είχε …
και ήταν και φιλότιμος κάποτε. Τώρα δεν είναι φιλότιμος..Δεν είναι πια
αυτό που ήταν ο Έλληνας παρεκτός εξαιρέσεων σε μερικά μέρη ή σε μερικούς
έτσι κατ εξαίρεσιν …
Τι κάνει ο Έλληνας τώρα ; «Δως μου»
…Μα στασου…το δώς μου αυτό ξέρετε τι γίνεται… Οταν κανείς
εχει ευχαριστιακη σχεση με το Θεό είναι και ασκητής. Καταλάβατε ;Οταν
του δώσει κάτι ο Θεός θα το πάρει με ευχαριστία θα το χρησιμοποιήσει θα
το γυρίσει πίσω θα το επιστρέψει σε άλλους …θα το κάνει αυτό
ισορροπημένα.
Εάν δεν μεσολαβήσει Θεός ο άνθρωπος γίνεται αδηφάγος.. Δεν το
λέω εγώ το λένε οι πατέρες ..Ο άγιος Γρηγόριος ο Παλαμάς ..Νους αποστάς
εκ Θεού ή κτηνώδης γίνεται ή δαιμονιώδης..
«Όποιος λέει ότι αγαπά τον Θεό και δεν αγαπά τον αδελφό του είναι ψεύτης».
Ακούσαμε, το είπε ο Άγιος Ευαγγελιστής, ο Άγιος Ιωάννης ο Θεολόγος.
Δύσκολα πράγματα, αδελφοί μου, αλλά ο δρόμος, το μήνυμα, το υπόδειγμα, η συμβουλή, η προτροπή είναι η εξής:
Όσο μπορούμε, όσο δυνάμεθα, όσο παίρνει, να αγωνισθούμε σκληρά να αγαπήσουμε τον άνθρωπο, τον κάθε άνθρωπο.
Οι άνθρωποι του Θεού, αδελφοί μου, αγαπούν ανυπόκριτα, αγαπούν δυνατά, αγαπούν όχι παρά φύσιν, αλλά υπέρ φύσιν.
Και έφτασαν όχι ένας και δύο και δέκα και εκατό, αλλά χιλιάδες αυτοί
οι άνθρωποι που ακολούθησαν αυτό που διδάσκει ο Άγιος Ιωάννης ο
Θεολόγος.
Και υπάρχει και ένας άνθρωπος, αδελφοί μου, τον ξέρουμε όλοι, λεγόταν
Διονύσιος Σιγούρος και σήμερα πολιούχος της Ζακύνθου και έφτασε σε αυτό
το μέτρο που λέει εκεί ο Συναξαριστής ότι εθαύμασαν οι Άγγελοι, έφτασε
στο σημείο να συγχωρήσει τον φονιά του αδελφού του.
Έχουμε ένα σύγχρονο, τον π. Σωφρόνιο εις το Έσσεξ και γράφει εκεί στα
βιβλία του, σύγχρονος, δεν έκλεισαν ακόμη δύο χρόνια που εκοιμήθη,
γράφει ότι όταν έριχναν οι Γερμανοί τις βόμβες και έκαιγαν τον κόσμο
ήταν στα Καρούλια στο Άγιον Όρος και εκεί ψηλά ο Γέρων Σωφρόνιος έκανε
προσευχή.
Για ποιους έκανε προσευχή, αδελφοί μου;
Και για τους βομβαρδισθέντας που δέχονταν την φωτιά, την καταστροφή, τον θάνατο, αλλά και γι αυτούς που έριχναν τις βόμβες.
Τι θα κάμουμε, αδελφοί μου, εμείς;
Δύο πράγματα πρέπει να κάμουμε.
Το πρωτο, οσο μπορούμε να κάμουμε κι εμείς προσευχή και γι
αυτούς που βομβαρδίζονται και γι αυτούς που είναι πιο δυστυχισμένοι, πιο
έρημοι, πιο χωρίς Θεό, πιο χωρίς Χριστό, πιο χωρίς Άγιο Πνεύμα,
Δεν υπάρχει μεγαλύτερη τιμωρία από αυτή, να μην έχεις φωτισμό του Αγίου Πνεύματος.
Όσα εκατομμύρια, όσα δισεκατομμύρια και να έχεις… όση δόξα και να
έχεις, αν δεν έχεις Άγιο Πνεύμα είσαι τενεκές, δεν έχεις πίστη, δεν
έχεις αγάπη, δεν έχεις παράδεισο, δεν έχεις αιωνιότητα.
Τέτοιους ανθρώπους να τους ελεήσει ο Θεός, να τους κάνει από θηρία
που είναι αρνιά, να τους μεταποιήσει, να τους κάνει ανθρώπους του Θεού.
Το δεύτερο, όσο μπορούμε κι εμείς στην καθημερινή μας ζωή,
στο μοναστήρι, στο γραφείο, στο σπίτι, όπου είμαστε, να ΑΓΑΠΑΜΕ, που
σημαίνει να κάνουμε λίγο πίσω, να ανεχόμαστε τον διπλανό μας, τον
διπλανό μας, τη γυναίκα μας, τον άντρα μας, το παιδί μας, το συνάδελφο
μας, το γείτονά μας.
Να ανεχόμαστε.
Να αγαπήσουμε σαν τον Άγιο Ιωάννη τον Θεολόγο, σαν τον Απόστολο Παύλο, σαν τον Άγιο Γεράσιμο δύσκολο είναι.
Αλλά ας προσπαθούμε, ας κάνουμε μισό βήμα, ένα βήμα και θα
κάνει τα άλλα ενενήντα εννιά ο Θεός. Αυτό φωνάζει ο Ευαγγελιστής
Ιωάννης, ο Υιός της Βροντής.
Και όλο και πιο πολύ επιταχύνουμε για να πετύχουμε.
Και όλο και πιο πολύ χρόνο νομίζουμε πως εξοικονομούμε.
Και συνέχεια τρέχουμε σαν τρελοί…Χρειάζεται λίγο να χαλαρώσουμε.
Αν τεντώνεις συνεχώς ένα τόξο, κάποτε θα σπάσει. Αν ασταμάτητα
κυνηγάμε, τότε πάνω στο τρέξιμο θα αφήσουμε και την ίδια την
προσωπικότητά μας. Θα χάσουμε τον εαυτό μας.
Βρες λίγο χρόνο για σένα. Κάθισε κάπου ήρεμα. Σκέψου ποιος είσαι. Δες την μέχρι τώρα πορεία σου.
Παρατήρησες ποτέ πώς ο ήλιος κοκκινίζει, όταν δύει; Είδες πώς ο ουρανός αγκαλιάζει το ηλιοβασίλεμα;
Αν όχι, πραγματικά δεν ξέρεις τι χάνεις…
Η χαρά κρύβεται εκεί που δεν την περιμένεις.
Το τέλειο δεν είναι υποχρεωτικά το πολύπλοκο.
Προσπάθησε να είσαι ήρεμος και απλός.
Ο απλός άνθρωπος είναι ο αληθινός άνθρωπος.
Είχε πάει κάποτε στον γέροντα Παΐσιο ένας άνθρωπος με πολλά
προβλήματα και ο γέροντας τον συμβούλεψε: «Παιδί μου, βρες τα πρώτα με
τον Θεό και όλα θα πάνε καλά. Όταν τα βρεις με τον ρυθμιστή του
Σύμπαντος, τότε Εκείνος όλα θα στα δώσει».
Τη μνήμη του Αγίου Ιερομάρτυρος Γρηγορίου του Επισκόπου Μεγάλης
Αρμενίας τιμά σήμερα, 30 Σεπτεμβρίου, η Εκκλησία μας. Ο Άγιος Γρηγόριος
ήταν γιος του Ανάκ, που ήταν συγγενής του βασιλιά της Μεγάλης Αρμενίας,
Κουσαρώ (290 μ.Χ.). Ο Ανάκ, λοιπόν, σε συνεργασία με το βασιλιά των
Περσών Αρτασείρα, σκότωσε τον Κουσαρώ.
Αλλά οι σατράπες της Αρμενίας εκδικήθηκαν το φόνο του, σκοτώνοντας
τον Ανάκ και όλη του την οικογένεια. Διασώθηκαν μόνο δύο παιδιά του, που
ένας ήταν ο Γρηγόριος.
Στην Καισαρεία συνέβη να συναντηθούν ο γιος του φονιά Ανάκ,
Γρηγόριος, και ο γιος του θύματος Τηριδάτης. Τότε ο Γρηγόριος σπούδαζε
με ζήλο τα Ιερά γράμματα, (στην Καισαρεία της Καππαδοκίας από τον εκεί
αρχιεπίσκοπο Λεόντιο), που μεταξύ άλλων λένε: «τελείων δέ εστίν η
στερεά τροφή, τών διά τήν έξιν τά αισθητήρια γεγυμνασμένα εχόντων πρός
διάκρισιν καλού τε καί κακού» (Εβραίους, ε’ 14.1).
Δηλαδή, η στερεά και υψηλότερη πνευματική τροφή είναι για τους
τέλειους χριστιανούς, που από την άσκηση έχουν τα πνευματικά αισθητήρια
γυμνασμένα στο να διακρίνουν εύκολα μεταξύ του καλού και κακού.
Γυμνασμένος, λοιπόν, και ο Γρηγόριος στη διάκριση, όχι μόνο δεν
αποστράφηκε τον Τηριδάτη, αλλά τον πλησίασε με αγάπη, αποδοκίμασε την πράξη του πατέρα του και τον βοήθησε σε κάποια ασθένεια του.
Όταν αργότερα ο Τηριδάτης έγινε βασιλιάς Αρμενίας, βασάνισε φρικτά
τον Γρηγόριο (που τότε ήταν επίσκοπος Αρμενίας). Διέταξε μάλιστα, να τον
ρίξουν σε λάκκο με φίδια και άλλα ερπετά. Ο Γρηγόριος όχι μόνο δεν
έπαθε τίποτα αλλά επέζησε για 15 χρόνια τρεφόμενος με το ψωμί που του
πήγαινε κρυφά μια χήρα. Ο Θεός, όμως, επέτρεψε να γίνει ο Τηριδάτης
σχιζοφρενής. Αλλά δια των προσευχών του Γρηγορίου θεραπεύθηκε, μετανόησε
και βαπτίσθηκε χριστιανός με όλο του το έθνος.
Απολυτίκιο: Ήχος γ’. Θείας πίστεως.
Θείας πίστεως, τη γεωργία, ενεούργησας, βροτών καρδίας, κατασπείρας την
του Λόγου επίγνωσιν, και λαμπρυνθείς μαρτυρίου τοις στίγμασιν, ιεραρχία
Γρηγόριε έφανας. Πάτερ όσιε, Χριστόν τον Θεόν ικέτευε, δωρήσασθαι ημίν
το μέγα έλεος.
Μία κυρία δεν μπόρεσε να ακολουθήσει τον άντρα της όταν εκείνος
επισκέφθηκε τον άγιο Πορφύριο στο Μήλεσι. Την εμπόδισαν τα πολλά
καθήκοντά της. Είχε μεγάλη επιθυμία να τον δει, να πάρει την ευχή του
και να τον ρωτήσει, τί έπρεπε να κάνει για τη σωτηρία της ψυχής της.
Ένα
βράδυ λοιπόν είδε στον ύπνο της, ότι πήγε σε ένα μοναστήρι και μπήκε σ'
ένα κελλάκι. Πάνω σ' ένα κρεβάτι καθόταν ένας γέροντας. Φορούσε
αραχνούφαντα άμφια κι έλαμπε μέσα σε φως. Στην αγκαλιά του κρατούσε μια εικόνα της Παναγία Βρεφοκρατούσας. Τον πλησίασε να πάρει την ευχή του φιλώντας το χέρι του, που το ένοιωσε απαλό σαν βελούδο. Της έδειξε την εικόνα και της είπε:
"Για να σωθείς, να την πάρεις και να τη βάλεις στο βιβλίο της ζωής σου."
Οι περισσότεροι γονείς στο άκουσμα περί κατηχητικών σχολείων δείχνουν μια αποστροφή αδικαιολόγητη.
Ταυτόχρονα οι ίδιοι έχουν ήδη από την τάξη του νηπιαγωγείου σχηματίσει την καλύτερη γνώμη για τα παιδιά τους.
Το παιδί μου είναι έξυπνο, καλό, κοινωνικό, έχει κάτι το ιδιαίτερο. Φράσεις που ακούμε συχνά σε συναναστροφές με άλλους γονείς.
Πολλές φορές όμως ζούμε σε μια ψευδαίσθηση, σε μια ουτοπία.
Φανταζόμαστε το παιδί μας ως μελλοντικό δικηγόρο, ως γιατρό ακόμη και ως πρωθυπουργό με οικονομική πάντοτε ευχέρεια.
Δυσκολευόμαστε
όμως να δούμε το παιδί μας απλά ευτυχισμένο, σε ένα ασφαλές
οικογενειακό περιβάλλον, περιστοιχισμένο από καλοπροαίρετους ανθρώπους
και με έναν καλό σύντροφο στο πλάι του.
Στη διάρκεια
όμως της σχολικής ζωής του δημοτικού σχολείου έρχονται και τα πρώτα
σύννεφα προβληματισμού για τη συμπεριφορά του παιδιού μας.
Η δασκάλα θα
μας καλέσει και τότε θα ακούσουμε για πρώτη φορά ότι το παιδί μας έχει
ενδείξεις παραβατικής συμπεριφοράς (που δεν έχουν να κάνουν με θέματα
που αφορούν την επίδραση ψυχολογικών και ψυχο-κοινωνικών προβλημάτων της
οικογένειας στην εμφάνιση παραβατικής συμπεριφοράς από τα παιδιά, όπως
για παράδειγμα γονείς σε διάσταση ή γονείς χωρισμένοι, γονέας/γονείς που
κακοποιούν τα παιδιά κ.λπ).
Η αγωγή που
δίδεται από το σπίτι στα παιδιά στις περισσότερες περιπτώσεις είναι η
αγωγή της κοσμικής ζωής και της ευμάρειας με χαλαρούς ελέγχους και
έλλειψη επικοινωνίας.
Θέλουμε πάντα
να δίδουμε στα παιδιά μας τα καλύτερα χωρίς στερήσεις ενώ αυτό στην
πραγματικότητα δημιουργεί ανεξέλεγκτες καταστάσεις στην ψυχοσύνθεση του
παιδιού και έχει ως συνέπεια να νομίζει ότι μπορεί να κάνει και να
αποκτά ό, τι θέλει εύκολα και γρήγορα.
Πολλά από τα
παιδιά που βίωσαν την αληθινή χαρά σε κάποιο κατηχητικό σχολείο της
ενορίας τους, άλλαξαν με τον καιρό νοοτροπία και άρχισαν να βλέπουν τη
ζωή κυριολεκτικά με άλλα «μάτια».
Τα παιχνίδια τους π.χ. από βίαια και μοναχικά έγιναν πιο ομαδικά με περισσότερο ενδιαφέρον.
Τα μαθήματα
γίνονται συνήθως σε ευπρεπισμένο χώρο του ναού, σήμερα και με
τεχνολογική υποδομή και με την επιτήρηση του υπευθύνου ιερέως νεότητας
καθώς και από εκπαιδευμένους κατηχητές/ριες διορισμένους από την
εκάστοτε Μητρόπολη ή Αρχιεπισκοπή.
Πολλοί γονείς όμως ακόμη και σήμερα θεωρούν ότι τα κατηχητικά είναι ξεπερασμένα.
Στην εποχή
μας τα κατηχητικά σχολεία δραστηριοποιούνται δυναμικά μέσα στο
πολιτισμικό κεφάλαιο ως έκφραση της κοινωνικοποίησης των παιδιών μέσω
διαφόρων προγραμμάτων (κατασκήνωση στην πόλη, αθλητικές-εικαστικές
δραστηριότητες, εκπαιδευτικές και ψυχαγωγικές εκδρομές κ.α) ενώ άπειρο
κατηχητικό υλικό βρίσκεται διαθέσιμο στο διαδίκτυο.
Η ευρύτερη
προσφορά του Κατηχητικού σχολείου στους νέους σήμερα, θα μπορούσε να
συμπεριληφθεί στα εξής ακόλουθα: 1) καλλιεργεί την αγάπη για τον Θεό και
το συνάνθρωπο 2) βοηθάει στη διάκριση των ποικίλων κινδύνων και παγίδων
της ζωής 3)προσφέρει τα απαραίτητα πνευματικά εφόδια για την
αντιμετώπιση των δυσκολιών και αδιεξόδων που παρουσιάζονται στο διάβα
της ζωής 4) καθοδηγεί στο δρόμο του ορθοδόξου χριστιανικού ήθους 5)
διδάσκει το σεβασμό των αξιών της κοινωνίας μας 6) βοηθάει στην
αποφόρτιση από την πίεση, το βάρος και την κούραση της καθημερινότητας
7)συντελεί στην κοινωνικοποίηση μέσα από το ομαδικό πνεύμα των συνάξεων
και της ψυχαγωγίας και 8)συμπληρώνει το έργο των γονέων και των
δασκάλων, συμβάλλοντας στη διαμόρφωση μιας υγιούς και ολοκληρωμένης
προσωπικότητας.
Σε μια εποχή
λοιπόν που τα ναρκωτικά και οι εξαρτήσεις κάνουν θραύση, η νεανική βία, η
παραβατικότητα που έχει εξελιχθεί σε εγκληματικότητα ανθίζουν και τα
παιδιά μας απειλούνται ανά πάσα στιγμή και ώρα από ποικίλους σοβαρούς
κινδύνους, είναι καιρός να σκεφθούμε να στείλουμε τα παιδιά μας στη
θαλπωρή της Εκκλησίας και την αγκαλιά του Θεού, εκεί που υπάρχει αγάπη
και ασφάλεια, εκεί που το παιδί μας θα αναπτύξει ισχυρό χαρακτήρα και θα
μάθει να σέβεται τον εαυτό του και τους άλλους, να αγαπάει και να
εκφράζει ελεύθερα τη σκέψη και τα συναισθήματά του.
Το παιδί στο
κατηχητικό σχολείο δεν έχει να χάσει τίποτα, ελάχιστες ίσως ώρες, οι
οποίες όμως θα αποδειχθούν στο μέλλον βάλσαμο τόσο για το ίδιο και την
οικογένειά του, όσο και για το σύνολο της κοινωνίας.
Μα κυρίως...
να γνωρίσουν τον Θεό και κάποτε να ζήσουν μαζί Του αιώνια μέσα στην χαρά
του Παραδείσου. Τι καλύτερο για έναν γονέα να γνωρίζει ότι το παιδί του
θα είναι για πάντα ευτυχισμένο.
«Γιατί αποφάσισα για τον εαυτό μου αυτό: το να μην έρθω πάλι με λύπη προς
εσάς».
Μία πολύ δυνατή συναισθηματική εικόνα
περιγράφει ο απόστολος Παύλος στην αρχή της Β’ προς Κορινθίους επιστολή του.
Γράφει το εκτενές αυτό γράμμα διότι δεν θέλει να επισκεφθεί διά ζώσης την
Κόρινθο, καθώς αισθάνεται λύπη στην καρδιά για τους ανθρώπους της, για τους
πιστούς της Εκκλησίας, οι οποίοι άφησαν ιουδαΐζοντες χριστιανούς να έρθουν στην
πόλη, να συκοφαντήσουν τον Απόστολο για το έργο της σωτηρίας των ανθρώπων και
να διασπείρουν ψεύδη για το αν έπρεπε να θεωρεί τον εαυτό του απόστολο ή όχι. Ο
Παύλος έχει λυπηθεί κατά άνθρωπον, όχι τόσο για τους συκοφάντες, όσο για τα
παιδιά του, αυτούς που γέννησε εν Χριστώ και οι οποίοι ελαφρά τη καρδία ή και
με μια υπόκωφη ευχαρίστηση άκουγαν κατηγορίες εναντίον του πνευματικού τους
πατέρα. Και έτσι, παίρνει μια απόφαση. Επειδή είναι λυπημένος μαζί τους, να μην
πάει να τους δει κατά πρόσωπον, αλλά να τους στείλει μία επιστολή, στην οποία
και θα απαντήσει στις συκοφαντίες, αλλά και θα τους νουθετήσει πνευματικά,
δείχνοντάς τους τη σημασία τού να είναι ευγνώμονες και μιμητές εκείνου που του
οδήγησε στη ζωή της πίστης και της αγάπης προς τον Χριστό.
Αξίζει να σταθούμε στο κίνητρο του
αποστόλου Παύλου. Ο Παύλος λυπάται κατά άνθρωπον. Αυτό είναι μία υπόμνηση σε
όλους τους χριστιανούς, που συχνά έχουμε την ψευδαίσθηση πως η δύναμη της
πίστης πρέπει να μας κάνει ατάραχους,
απαθείς, άλυπους ανθρώπους και ότι δεν πειράζει ό,τι κι αν συμβεί, όποια
συκοφαντία κι αν υποστούμε, όποια απόρριψη και μάλιστα από τους οικείους μας,
στην προοπτική του «και τι να κάνουμε;». Ο Χριστός λυπήθηκε για τους ανθρώπους.
Είναι συγκλονιστική η σκηνή, όταν πηγαίνει προς τον Γολγοθά και γυρίζει προς
τις γυναίκες που τον θρηνούσαν χτυπώντας τα στήθη τους, να Τον βλέπουμε να λέει
προς εκείνες ότι «κλάψτε μάλλον για τον εαυτό σας και για τα παιδιά σας» (Λουκ.
23, 26), γιατί θα έρχονταν πολύ δύσκολες ημέρες για την Ιερουσαλήμ. Τον βλέπουμε
να σπλαχνίζεται τη χήρα μάνα της Ναΐν. Τον
βλέπουμε να λυπάται για τον σταυρό και τον θάνατο στον κήπο της Γεθσημανή. Επομένως,
η λύπη είναι ανθρώπινη κατάσταση και κανείς δεν χρειάζεται να θεωρεί τον εαυτό
του υπεράνω αυτής.
Όμως ο απόστολος Παύλος μας
υποδεικνύει έναν τρόπο διαχείρισης της λύπης, ώστε στη λύπη μας να μην κάνουμε
τους άλλους λυπημένους, καθώς είναι εύκολο να τους φερθούμε άσχημα, αν τους
μιλήσουμε απότομα, να μας δούνε λυπημένους και να στενοχωρηθούν περισσότερο ή
να καλλιεργηθεί η χαιρεκακία τους, καθώς θα νιώθουν ότι έχουν εξουσία επάνω
μας, παίζοντας με τα συναισθήματά μας ή μεγεθύνοντας μικρότερα ή μεγαλύτερά μας
λάθη για να δικαιώσουν τους εαυτούς τους. «Να μην πορευόμαστε με λύπη προς
όσους με λυπούνε». Καλύτερα η σιωπή, η προσευχή, η νηφάλια αποτίμηση των
συναισθημάτων μας, κυρίως όμως η φυγής προς τα εμπρός, με την ήρεμη αλλά
αποφασιστική νουθεσία, με σκοπό να φανεί η αγάπη.
Ας παρακαλούμε τον Χριστό με θέρμη
προσευχής αυτοί που μας λυπούνε, ιδίως αν είναι αδικαιολόγητοι και αγνώμονες να
έχουν μετάνοια. Και ας μη βιαζόμαστε να εκφράζουμε τα αρνητικά μας συναισθήματα
που μπορεί α μη βγάλουν πουθενά, αλλά να κάνουν την κατάσταση χειρότερη. Αγάπη
δεν είναι μόνο να συγχωρείς. Είναι και να σιωπάς και να περιμένεις. Όχι να μην
αντιδράς καθόλου, αλλά να επιλέγεις την κατάλληλη στιγμή, ώστε οι σχέσεις να
μπορούν να αποκατασταθούν και η αλήθεια να φανερωθεί.
Τη μνήμη του Οσίου Κυριακού του Αναχωρητού τιμά σήμερα, 29 Σεπτεμβρίου,
η Εκκλησία μας. Ο Όσιος Κυριακός ήταν άνθρωπος που καλλιεργούσε
«υπομονήν, πραότητα» (Α’ προς Τιμόθεον, στ’ 11).
Γι’ αυτό και πέτυχε στην ασκητική του ζωή. Γεννήθηκε στην Κόρινθο το 5ο
αιώνα μ.Χ., από Ιερέα πατέρα, τον Ιωάννη. Τη μητέρα του την έλεγαν
Ευδοξία και είχε αδελφό τον Αρχιεπίσκοπο Κορίνθου Πέτρο. Από ιερατικό,
λοιπόν, γένος ο Κυριάκος, σε νεαρή ηλικία πήγε στα Ιεροσόλυμα και από
εκεί στη Λαύρα του Μεγάλου Ευθυμίου. Εκεί, ο Μέγας Ευθύμιος, τον έκανε
μοναχό και τον έστειλε στον ασκητή Γεράσιμο.
Όταν πέθανε ο Γεράσιμος, ο Κυριακός επέστρεψε στη Λαύρα του
Ευθυμίου, όπου με ζήλο καλλιεργούσε τις αρετές του, ώσπου κάποια στάση
που έγινε στη Λαύρα του Ευθυμίου τον ανάγκασε να πάει στη Λαύρα του
Σουκά. Εκεί 40 χρονών χειροτονήθηκε πρεσβύτερος και ανέλαβε την επιστασία του Σκευοφυλακίου.
Εκείνο που τον διέκρινε απέναντι στους συμμοναστές του, ήταν ο
γαλήνιος τρόπος με τον όποιο τους αντιμετώπιζε, γι’ αυτό και ήταν
παράδειγμα προς μίμηση από όλους. Εβδομήντα χρονών ο Κυριακός, έφυγε κι
από εκεί και με υπομονή γύρισε πολλά μοναστήρια και σκήτες, όπου έζησε με αυστηρότατη άσκηση.
Τελικά, πέθανε 107 χρονών, και σε όλους έμεινε η ενθύμηση του ασκητή,
που έδειχνε «πραότητα πρός πάντας ανθρώπους» (Προς Τίτον, γ’ 2).
Πραότητα, δηλαδή, σ’ όλους ανεξαίρετα τους ανθρώπους.
Είπε ο
Κύριος: «Όπως θέλετε να σας συμπεριφέρονται οι άνθρωποι, έτσι ακριβώς να
συμπεριφέρεστε κι εσείς σ’ αυτούς. Γιατί, αν αγαπάτε αυτούς που σας
αγαπούν, ποια εύνοια περιμένετε από το Θεό; Αφού και οι αμαρτωλοί
αγαπούν αυτούς που τους αγαπούν. Κι αν κάνετε καλό σ’ αυτούς που σας
κάνουν καλό, ποια εύνοια περιμένετε από το Θεό; Και οι αμαρτωλοί το ίδιο
κάνουν. Αν δανείζετε σ’ όσους ελπίζετε να σας τα επιστρέψουν, ποια
εύνοια περιμένετε από το Θεό; Και οι αμαρτωλοί δανείζουν στους ομοίους
τους για να τα πάρουν πίσω. Αντίθετα, εσείς ν’ αγαπάτε τους εχθρούς σας,
να κάνετε το καλό και να δανείζετε, χωρίς να περιμένετε να πάρετε πίσω
τίποτα. Έτσι, ο Θεός, που είναι καλός ακόμα και με τους αχάριστους και
τους κακούς, θα σας ανταμείψει με το παραπάνω και θα σας κάνει παιδιά
του. Να είστε λοιπόν σπλαχνικοί, όπως σπλαχνικός είναι κι ο Θεός Πατέρας
σας».
Αδελφοί, ο
Θεός, που στερεώνει και εμάς και εσάς στο Χριστό και μας έχρισε λαό
του, είναι ο ίδιος που με τη σφραγίδα του μας εγγυάται το μέλλον και
σαν πρόγευσή του δίνει μέσα στις καρδιές μας το Πνεύμα. Μάρτυς μου ο
Θεός, που γνωρίζει τα βάθη της ψυχής μου ότι δεν λέω ψέματα. Δεν ξανάρθα
στην Κόρινθο, για να μη σας λυπήσω. Αυτό δεν σημαίνει πως θέλω να σας
επιβληθώ σε ζητήματα της πίστεως, γιατί σ’ αυτό μένετε σταθεροί. Επειδή
όμως θέλω να συμβάλω στη χαρά σας. Γι’ αυτό έκρινα σωστό να μη σας φέρω
λύπη, όταν θα ’ρθω ξανά κοντά σας. Γιατί, αν εγώ σας προκαλώ λύπη, τότε
θα πρέπει να παίρνω χαρά από κείνους που στενοχωρώ. Γι’ αυτό σας έγραψα
όπως σας έγραψα, ώστε όταν έρθω να μη δοκιμάσω λύπη από κείνους που
έπρεπε να μου δώσουν χαρά. Είμαι απόλυτα βέβαιος πως όλοι σας πιστεύετε
ότι η δική μου χαρά είναι χαρά όλων σας. Σας έγραψα με πολλή οδύνη, με
πόνο στην καρδιά και με πολλά δάκρυα, όχι για να σας στενοχωρήσω, αλλά
για να γνωρίσετε την περίσσια αγάπη που έχω για σας.
Διότι δεν έχουμε τη Χάρη του Πνεύματος του Αγίου, που έχει ως καρπό την πραότητα.
Ο άνθρωπος που δεν είναι πράος, δεν έχει καμμία σχέση με τον
Χριστό. Και όπου δεν υπάρχει πραότητα, δεν υπάρχει κατοικητήριο
Πνεύματος Αγίου.
Ο Χριστός είπε σαφώς: “Μάθετε απ’ εμού ότι πράος ειμί και ταπεινός τη καρδία”. Σου λέει ο άλλος:
– Μα άνθρωπος είμαι νεύρα έχω, δεν κυκλοφορεί μέσα μου νερό.
Σοβαρά; Αλίμονό σου αν μείνεις άνθρωπος… φρόντισε να γίνεις
Χριστιανός! Και αν γίνεις Χριστιανός θα νερουλιάσουν τα νεύρα σου και
δεν θα θυμώνεις, δεν θα οργίζεσαι και δεν θα ζητάς εκδίκηση…
Αλλά για να το κατορθώσεις, πρέπει να υπάρχει κομμάτι ταπείνωσης
μέσα σου. Αν δεν υπάρχει ταπείνωση, θα ανάβουν τα αίματά και ουδέποτε θα
έχεις πραότητα. Διότι όπου υπάρχει ταπείνωση, υπάρχει και πραότητα.
Ο εγωιστής όμως άνθρωπος, δεν μπορεί να είναι πράος…
Τη μνήμη του Οσίου Χαρίτωνος του Ομολογητού τιμά σήμερα, 28
Σεπτεμβρίου, η Εκκλησία μας. Ο Όσιος Χαρίτων ο Ομολογητής καταγόταν από
το Ικόνιο και έζησε στα χρόνια του αυτοκράτορα Αυρηλιανού (270 – 275
μ.Χ.).
Ήταν γνωστός για το χριστιανικό του ήθος, γι αυτό και όταν εξεδώθηκε
διάταγμα κατά των Χριστιανών, ήταν από τους πρώτους που συνέλαβε ο
Έπαρχος της πόλης. Υπεβλήθη σε φρικτά βασανιστήρια, αλλά ενώ ακόμη
βρισκόταν στη φυλακή ο αυτοκράτορας Αυρηλιανός δολοφονήθηκε.
Ο Πρόβος που τον διαδέχθηκε στο θρόνο ακύρωσε το διάταγμα κι έτσι ο Χαρίτων αφέθηκε ελεύθερος. Αποφάσισε να καταφύγει στα Ιεροσόλυμα και να ζήσει ως αναχωρητής σε σπηλιές της περιοχής.
Η φήμη του διαδόθηκε πολύ γρήγορα και ήρθαν στο πλευρό του πολλοί
μαθητευόμενοι. Έτσι έκτισε στη Φαρά μεγάλη Λαύρα. Ποθώντας όμως την
ερημία, αναχώρησε και πάλι για τα ενδότερα της ερήμου, όπου στην περιοχή
Σουκά, έκτισε νέα Λαύρα.
Εκεί παρέδωσε την ψυχή του εν Κυρίω.
Απολυτίκιο: Ήχος δ’. Ταχύ προκατάλαβε.
Χαρίτων του Πνεύματος, καταυγασθείς ταίς αυγαίς, φωστήρ εχρημάτισας, της
εναρέτου ζωής, Χαρίτων μακάριε, συ γαρ ομολογία, αληθείας εμπρέψας,
έλαμψας εν ερήμω, εγκράτειας τοις πόνοις. Διό των ευφημούντων σε, Πάτερ
μνημόνευε.
Δεν γνώρισε η νεώτερη ιστορία της Ελλάδας άλλον όμοιον του Πολιτικό. Αγάπησε πολύ τον Χριστό και όλη η ζωή του ήταν ένα ζωντανό παράδειγμα Αληθινού Χριστιανού.
Αγωνίστηκε "μυστικώ τω τρόπω" στην προσωπική του έρημο- επτά περίπου
χρόνια- για την κάθαρση των παθών του και έχουμε πολλές μαρτυρίες ότι
έφθασε και στην Θεία Φώτιση (για όσους εννοούν την σημασία αυτών των
λόγων). Σε πολύ νεαρά ηλικία μόλις 21-22 ετών, καθίσταται αριστούχος στο Πανεπιστήμιο της Πάδοβα ως φαινόμενο της εποχής του. Οι καθηγητές του, τον αποκαλούν ισότιμα ως καθηγητή ισάξιό τους.
Αναρριχάται γρήγορα στα αξιώματα της Αυτοκρατορικής αυλής και τελικά
στο ύπατο αξίωμα του Υπουργού Εξωτερικών της αχανούς Ρωσικής
Αυτοκρατορίας. Από αυτή την θέση του δεν λάμπει το άστρο του μόνο
στο διπλωματικό πεδίο αλλά κηρύττει Χριστό με τη ζωή και τα έργα του σε
όλα τα έθνη. Γι’ αυτό οι Ρώσοι τον αποκαλούν προφήτη, οι δε αντίπαλοι του προσωποποίηση του κακού. Ο
φοβερός Καγκελάριος της Αυστρίας Μέττερνιχ λέγει ότι: «Ο μόνος
αντίπαλος που δύσκολα ηττάται είναι ο απόλυτα έντιμος άνθρωπος και
τέτοιος είναι ο Καποδίστριας». Ο
ίδιος Καγκελάριος είναι αυτός που θα αποκαλέσει τον Ιωάννη Καποδίστρια
ως Ιωάννη της Αποκαλύψεως, διότι αναγνώριζε ότι στον τρόπο που ο
Καποδίστριας χειρίζεται τα Ευρωπαϊκά θέματα, είχε Θείες Αποκαλύψεις γι’
αυτό και δεν μπορούσε να τον νικήσει. Ο Μέττερνιχ γνώριζε πολύ καλά
από πού πήγαζε αυτή η δύναμη του Ιωάννη Καποδίστρια διαβάζοντας τις
αναφορές του αρχηγού της μυστικής Αυστριακής αστυνομίας, οι οποίες
κατέληγαν πανομοιότυπα: «Ο Ιωάννης Καποδίστριας όταν δεν εργάζεται,
βρίσκεται πάντα σε κάποιο παρεκκλήσι και προσεύχεται». Τον είχαν προειδοποιήσει φίλοι του, ότι αν πάει στην Εκκλησία θα τον σκοτώσουν. Η απάντηση του ήταν ''Δεν μπορώ να απουσιάσω Κυριακή από την Εκκλησία. Ας με σκοτώσουν.'' Σημειώστε παρακαλώ την ώρα της δολοφονίας του, 05:35. Όρθρου βαθέως πήγαινε στην Εκκλησία και διάβαζε αυτός τον Εξάψαλμο. Από την Εκκλησία αντλούσε την δύναμή του, την σοφία του, αλλά και την ακεραιότητα του χαρακτήρα του. Πολλοί πολιτικοί μας σήμερα αναφέρονται συχνά στο έργο του και τον θαυμάζουν ως Άνθρωπο και Πολιτικό. Όλοι μαζί δεν μπορούν να τον μοιάσουν ούτε στο μικρό δακτυλάκι του. Έγιναν όλοι Σωτήρες και Ημίθεοι και δεν χρειάζονται πλέον τον Θεό. Δεν ξανακούστηκε ποτέ από Πολιτικό το "Εάν ο Θεός μεθ' ημών, ουδείς καθ' ημών". Θυσιάστηκε για την Ελλάδα από χέρι Ελληνικό, για τα Πολιτικά Συμφέροντα της εποχής του.Αιωνία η Μνήμη του!!!
Ιωάννης Καποδίστριας, ο Άγιος της Πολιτικής (+ 27 Σεπ 1831)
Να ξέρετε ένα πράγμα, ότι όταν γίνεται αμαρτία σε ένα τόπο εκεί
φορτίζεται ο τόπος με δαιμονική ενέργεια διότι η αμαρτία είναι δαιμονική
ενέργεια.
Ένας τόπος λοιπόν που επιτελείται η αμαρτία, ένας τόπος όπου βλασφημείται το όνομα του Θεού, εκεί υπάρχει δαιμονική ενέργεια.
Μας έλεγε ο Άγιος Παΐσιος ότι πορευόμενος με το αεροπλάνο στην
Αυστραλία, όταν πήγε στην Αυστραλία, τον πήρε ο ύπνος στο αεροπλάνο και
σε μία στιγμή ξύπνησε από μία μεγάλη ευωδία.
Ευωδίασε το αεροπλάνο ολόκληρο. Βέβαια ο γέροντας το κατάλαβε, δεν πιστεύω οι άλλοι να το αισθάνθηκαν.
Λέει τι είναι εδώ; που είμαστε; Ρώτησαν που είναι, λέει πάνω από την Αίγυπτο.
Ήταν πάνω από τους τόπους των Αγίων ασκητών, του μεγάλου Αντωνίου, Παχωμίου, Αββά Σισώη κλπ. και πάνω από τους Αγίους Τόπους.
Λίγο πιο εκεί, πάλι αισθάνθηκε μία δαιμονική ενέργεια και
περνούσαν πάνω από τις χώρες οι οποίες λατρεύουν άλλους θεούς και έχουν
άλλες θεότητες. Και ο γέροντας αισθανόταν αυτή τη δαιμονική ενέργεια και
εκ των τόπων και εκ των πραγμάτων.
Όπως έχουμε το σύμβολο του Τιμίου Σταυρού και όπου μπει ο Σταυρός
του Χριστού μας ευλογεί το χώρο και αγιάζει τον τόπο εκείνο και
εκπέμπει Αγία ενέργεια έτσι και τα δαιμονικά σύμβολα.
Και αυτά εκπέμπουν δαιμονική ενέργεια γι’ αυτό είναι επικίνδυνα
και πρέπει να προσέξουμε πάρα πολύ να μην έχουμε σπίτι μας τέτοια
σύμβολα δαιμονικά.
Τη μνήμη του Αγίου Καλλιστράτου και των μαζί μ’ αυτόν Σαράντα Εννέα
Μαρτύρων τιμά σήμερα, 27 Σεπτεμβρίου, τιμά σήμερα η Εκκλησία μας.
Ο Άγιος Καλλίστρατος μαρτύρησε στη Ρώμη επί Διοκλητιανού (284 – 304
μ.Χ.). Καταγόταν από την Καρχηδόνα και οι γονείς του, καθώς και οι
πρόγονοί του, ήταν ευσεβέστατοι χριστιανοί.
Όταν μεγάλωσε ο Καλλίστρατος, κατατάχθηκε στο Ρωμαϊκό στρατό σαν
νεοσύλλεκτος αλλά δεν εγκατέλειψε τις ευσεβείς συνήθειές του. Μια από
αυτές ήταν η βραδυνή προσευχή. Κάποιοι ειδωλολάτρες στρατιώτες κατήγγειλαν το γεγονός στον ειδωλολάτρη στρατηγό Περσεντίνο.
Εκείνος, αφού διέταξε πρώτα τον βασανισμό του, ακολούθως διέταξε να
τον τοποθετήσουν μέσα σε ένα δεμένο σάκκο και να τον ρίξουν στη θάλασσα.
Με θαυματουργό τρόπο ο σάκκος σχίστηκε και δύο δελφίνια έσωσαν τον
Καλλίστρατο. Σαράντα εννέα στρατιώτες που είδαν το θαύμα πίστεψαν στον Χριστό. Ο Περσεντίνος τότε εξοργισθείς διέταξε τον αποκεφαλισμό όλων.
Απολυτίκιο: Ήχος γ’. Την ωραιότητα.
Τω θείω Πνεύματι, περιφραξάμενος, Μάρτυς Καλλίστρατε, λαμπρώς
ηρίστευσας, καταβολών τον δυσμενή, σοφία των σων αγώνων όθεν και
προσήγαγες, τω Χριστώ ως θυμίαμα, δήμον παναοίδιμον, Αθλητών
πιστευσάντων σοι, μεθ’ ων υπέρ ημών εκδυσώπει, των ευφημούντων σε εν
ύμνοις.
Εορτάζουμε
την μνήμη του αγίου ενδόξου Αποστόλου και Ευαγγελιστού Ιωάννου του
Θεολόγου. Βέβαια η αλήθεια είναι ότι και οι τέσσαρες Ευαγγελιστές είναι
Θεολόγοι. Αλλά κατ’ εξοχήν είναι ο άγιος Ιωάννης, και γι’ αυτό η
Εκκλησία σ’ αυτόν έδωσε πρώτα τον τίτλο του Θεολόγου.
Εορτάζουν
επίσης σήμερα και όλοι οι περί την Θεολογίαν ενασκούμενοι. Γι’ αυτό και
επικαλούμαστε ιδιαιτέρως τις πρεσβείες του αγίου Ιωάννου του Θεολόγου
για όλους τους θεολόγους της Πατρίδος μας, να τους χαριτώνει πλουσίως ο
Θεός και να τους δίνει τον φωτισμό του Παναγίου Του Πνεύματος, ώστε η
θεολογία τους να είναι, κατά τον άγιο Γρηγόριο τον Θεολόγο, όχι
Αριστοτελική, αλλά βιωματική, θεολογία κατά τον των αλιέων Θεολόγων
τρόπον,(*) που
είναι ο τρόπος της μυστικής Θεολογίας και της απορρήτου ενώσεως με τον
Θεό και της ελλάμψεως του νου και της καρδίας των θεολογούντων από το
άκτιστο Φως της Αγίας Τριάδος.
Εορτάζουν
όμως και οι Μοναχοί σήμερα, διότι, εκτός του ότι και οι Μοναχοί πρέπει
να έχουν την θεολογία εν τη πράξει, ο άγιος Ιωάννης ο Θεολόγος είναι και
αυτός εκ των παρθενευόντων εν τη Καινή Διαθήκη μαζί με τον Τίμιο
Πρόδρομο. Αυτά τα δύο χαρίσματα, της Θεολογίας και της Παρθενίας, τα
έλαβε ο άγιος Ιωάννης από τον Κύριο για την πολλή αγάπη και τον θείο
έρωτα τον οποίο είχε στην καρδιά του. Προσέφερε όλον τον εαυτό του στον
Θεό, όλον τον νεανικό του ενθουσιασμό, όλη του την ύπαρξη. Και ο Θεός
του χάρισε αυτά τα δύο πολυτιμότατα δώρα, της Παρθενίας και της
Θεολογίας.
Ως
Μοναχοί και ως Ορθόδοξοι Χριστιανοί προσεγγίζοντας την σεπτή μορφή του
αγίου Ιωάννου του Θεολόγου αισθανόμαστε – κυρίως εκ της αναγνώσεως του
ιερού Ευαγγελίου του και των Επιστολών του – πόσο καρδιακή ένωση είχε με
τον Θεό και πόσο μυστική σχέση και συνάφεια είχε με τον Σωτήρα Χριστό.
Και αυτό είναι κάτι που ιδιαιτέρως ενδιαφέρει τους Μοναχούς, διότι και
οι Μοναχοί δεν θέλουν μία εξωτερική σχέση με τον Χριστό, μία ηθική σχέση
με τον Χριστό, αλλά θέλουν μία όντως καρδιακή και ερωτική σχέση με τον
Χριστό.
Ζητούμε
λοιπόν σήμερα την ευλογία του αγίου Ιωάννου του Θεολόγου και για μας.
Και να μας αξιώνει ο Θεός, υπερβαίνοντες την φιλαυτία μας, η οποία είναι
το εμπόδιο στο να ζήσουμε το πλήρωμα του θείου έρωτος, και εμείς αυτόν
τον σκοπό να έχουμε: να αγαπήσαμε τελείως τον Θεό και εν τω Θεώ να
αγαπήσουμε και τους αδελφούς μας.
«Με άνθρωπο που φιλονικεί και θέλει να
επιβάλει τον λόγο του, έχει πονηρή διάνοια και είναι αναιδής στις αισθήσεις του
να μην έχεις καμία δοσοληψία» (Άγιος Ισαάκ ο Σύρος)
Η εποχή μας δεν μπορεί να διακρίνει
πάντοτε τι σημαίνει αγάπη. την ταυτίζει όχι απλώς με την ανοχή της κακής
συμπεριφοράς του άλλου ανθρώπου ή της ιδιορρυθμίας του, αλλά και με την
καλλιέργεια μιας ενοχικής τάσης ότι «πρέπει» να είμαστε μαζί του, διότι η αγάπη
όλα τα αντέχει. Στην πραγματικότητα, η εποχή μας έχει αφήσει κατά μέρος τη
σύνδεση αγάπης και αλήθειας, ενώ προσπαθεί να επιβάλει σε όλους να είμαστε ο
εαυτός μας, χωρίς να μας ενδιαφέρει εάν χρειάζεται να αλλάξουμε σε κάποια
σημεία, τα οποία δυσκολεύουν τις σχέσεις μας με τους συνανθρώπους μας. Έτσι,
δικαιολογούμε και δικαιολογούμαστε, με αποτέλεσμα να μη φταίμε ποτέ και για
τίποτα και εάν αισθανθούμε την ανάγκη να αποδοκιμάσουμε μια συμπεριφορά, αυτό
να εκλαμβάνεται ότι είναι και αποδοκιμασία του προσώπου που την παρουσιάζει.
Ο ασκητικός λόγος είναι και
πάλι πολύτιμος. Δεν είναι αιτία ενοχής η απόφασή μας να μην έχουμε δοσοληψίες
μα ανθρώπους που είναι φιλόνικοι, διότι κάποια στιγμή θα αναγκαστούμε κι εμείς
να φιλονικήσουμε. Με ανθρώπους που θέλουν να επιβάλουν τον λόγο τους, και δεν
μιλάμε για εργασιακές σχέσεις και για άλλες που προϋποθέτουν τον σεβασμό σε μία
ιεραρχία, αλλά για σχέσεις φιλίας και καθημερινότητας, στις οποίες δεν υπάρχει
ο επικεφαλής και ο υφιστάμενος. Δεν είναι οι ηγετικοί άνθρωποι το πρόβλημα,
αλλά οι θεληματάρηδες, εκείνοι που απαιτούν να ισχύει το θέλημά τους, σαν
κακομαθημένα παιδιά που θεωρούν δικαίωμά τους οι άλλοι να εκπληρώνουν κάθε
επιθυμία τους. Όχι, δεν είναι αγάπη να υποτάσσεσαι σε τέτοιους ανθρώπους, διότι
δεν κάνεις καλό ούτε στον εαυτό σου ούτε σε εκείνους. Κάποια στιγμή θα τεντώσει
το σκοινί και θα σπάσει. Κάποια στιγμή θα ηττηθούν από άλλους και θα τους είναι
αδύνατον να το διαχειριστούν. Ο θεληματάρης άνθρωπος δεν θα μπορέσει να
αποκτήσει αυτογνωσία, διότι δεν θα βάλει στον εαυτό του ποτέ όριο.
Δεν είναι αγάπη να συναναστρέφεσαι με
ανθρώπους που έχουν πονηρή διάνοια, αρρωστημένο λόγο, αναιδείς επιθυμίες,
σαρκικό φρόνημα. Συναναστρέφομαι σημαίνει ζητώ οικειότητα, αποδέχομαι,
μοιράζομαι, ακολουθώ. Όταν όμως ο πονηρός άνθρωπος σε πλευρίζει, τότε
αναγκαστικά θα κάνεις εκπτώσεις στις αρχές σου, στο ήθος σου, στον
προσανατολισμό σου, για να του είσαι ευχάριστος. Καλύτερα λοιπόν μακριά.
«Κι ο έρωτας;», θα αναρωτηθεί κάποιος.
Αν λέμε «όχι», μας περιμένει η μοναξιά. Και είναι δύσκολο να την αντέξεις.
Αγάπη δεν είναι άραγε ο συμβιβασμός; Η αγάπη προφανώς έχει και συμβιβασμούς,
αλλά προηγείται αυτή. Προηγείται η έξοδος του ανθρώπου από το θέλημά του, όπως
επίσης και η αμοιβαιότητα. Ο έρωτας δεν είναι εξαναγκασμός, ούτε ο γάμος, ούτε
η σχέση, αλλά καρπός προαίρεσης. Ο έρωτας δεν αρκείται στο συναίσθημα ή στην
ηδονή. Εμπεριέχει και τη λογική του ανθρώπου, για να προχωρήσει. Το τίμημα της
μοναξιάς μοιάζει βαρύ. Είναι όμως προτιμότερο από την καταστρατήγηση της
προσωπικότητας, έναν μαζοχισμό που κάνει τον έρωτα να καταρρέει και γίνεται το
χειρότερο παράδειγμα, αν υπάρχουν παιδιά.
Η υπομονή προϋποθέτει αγώνα και από τις
δύο πλευρές. Αλλιώς, η αγάπη γίνεται μαρτύριο. Είναι άλλο η θυσία και άλλο το
μαρτύριο. Η θυσία είναι ελεύθερη επιλογή. Το μαρτύριο είναι εξαναγκασμός, που
καταργεί όμως την αγάπη. Ας προσέξουμε.
Είναι κάποιες φορές που ο πιο μεγάλος ξένος είναι ο εαυτός μας, αν και εκ των πραγμάτων είναι ο πιο κοντινός πλησίον μας…
Αν δεν γνωρίσουμε τον εαυτό μας, αν δεν τον αγαπήσουμε…όχι φίλαυτα,
καλλιεργώντας την εγωπάθειά μας αλλά σαν εικόνα Θεού, μέσα από το πρίσμα
της ολοκλήρωσής μας εν Χριστώ Ιησού, τότε δεν θα μπορέσουμε ποτέ να
πραγματώσουμε τα λόγια του Κυρίου: «Αγάπα τον πλησίον σου ως εαυτόν…».Να αγαπήσουμε δηλαδή τον άλλον όπως τον εαυτό μας.
Η αγάπη προς τον εαυτό μας συστήνεται από τον Χριστό. Μιλά για μία
«αγία φιλαυτία». Για μια κατάσταση κατα την οποία ο άνθρωπος αγαπά τον
εαυτό του και γι’ αυτό προσπαθεί να τον σώσει, να τον ολοκληρώσει εν
Χριστώ.
Αγαπώ τον εαυτό μου δεν πρέπει να σημαίνει ότι ικανοποιώ κάθε αμαρτωλή επιθυμία που έχω.
Αγαπώ τον εαυτό μου πρέπει να σημαίνει ότι οδηγώ την ύπαρξή μου στην θέωση, η οποία είναι ο σκοπός της ζωής του κάθε ανθρώπου.
Γι’αυτό και ο Χριστός λέγει να αγαπούμε τον εαυτό μας και με την ίδια αυτή αγάπη να αγαπούμε και τους άλλους.
Αγαπώ τελικά σημαίνει υπάρχω για την Αγάπη, η οποία είναι ο Χριστός.
Αγαπώ τον πλησίον μου σημαίνει ουσιαστικά ότι τον βοηθώ να βρει την Αγάπη, δηλαδή τον Χριστό.
Πως; Μέσα από την μυστηριακή ενότητα, μέσα από την ομόνοια,
μέσα από την συγχώρεση, μέσα από την κοινωνία των προσώπων, μέσα από την
κατάργηση του εγωισμού για χάριν του όλου…
Τη Μετάσταση του Αγίου Ιωάννου του Θεολόγου τιμά σήμερα, 26
Σεπτεμβρίου, η Εκκλησία μας. Αρκετοί είχαν την άποψη ότι ο Ιωάννης δεν
πέθανε, αλλά μετατέθηκε στην άλλη ζωή, όπως ο Ενώχ και ο Ηλίας. Αφορμή
γι’ αυτή την άποψη έδωσε το γνωστό ευαγγελικό χωρίο, Ιωάννου κα’ 22.
Όμως, ο αμέσως επόμενος στίχος κα’ 23 διευκρινίζει τα πράγματα.
Η παράδοση που ασπάσθηκε η Εκκλησία μας είναι η έξης: Ο Ιωάννης σε
βαθειά γεράματα πέθανε στην Έφεσο και τάφηκε έξω απ’ αυτή. Αλλά μετά από
μερικές ήμερες, όταν οι μαθητές του επισκέφθηκαν τον τάφο, βρήκαν αυτόν
κενό. Η Εκκλησία μας, λοιπόν, δέχεται ότι στον αγαπημένο μαθητή του Κυρίου συνέβη ότι και με την Παναγία μητέρα Του.
Δηλαδή, ο Ιωάννης ναι μεν πέθανε και ετάφη, αλλά μετά τρεις ημέρες
αναστήθηκε και μετέστη στην αιώνια ζωή, για την οποία ο ίδιος, να τί
λέει σχετικά: «Ο έχων τόν υιόν έχει τήν ζωήν, ο μή έχων τόν υιόν τού
Θεού τήν ζωήν ουκ έχει» (Α’ επιστολή Ιωάννου, ε’ 12). Εκείνος, δηλαδή,
που είναι ενωμένος μέσω της πίστης με το Χριστό και τον έχει δικό του,
έχει την αληθινή και αιώνια ζωή.
Εκείνος, όμως, που δεν έχει τον Υιό του Θεού, να έχει υπ’ όψιν του πως δεν έχει και την αληθινή και αιώνια ζωή.
Απολυτίκιο: Ήχος β’.
Απόστολε Χριστώ τω Θεώ ηγαπηπημένε, επιτάχυνον, ρύσαι λαόν αναπολόγητον,
δέχεταί σε προσπίπτοντα, ο επιπεσόντα τω στήθει καταδεξάμενος· ον
ικέτευε, Θεολόγε, και επίμονον νέφος εθνών διασκεδάσαι, αιτούμενος ημίν
ειρήνην, και το μέγα έλεος.
Ό
Άγιος Πορφύριος έλεγε ότι στό Άγιο Όρος είναι κάτι πουλιά, μέσα στά
βαθειά δάση. Τώρα τά έχουν κάψει κι αυτά, τά περισσότερα. Και τί
κάνουνε; Κελαϊδούν ασταμάτητα. Όχι γιά νά τ’ ακούει κανείς. Όχι! Ξέρετε
γιατί κελαϊδούν; Γιά νά ευχαριστούν τόν Θεό πού τά ’φτιαξε.
Ή
προσευχή δέν είναι μόνο νά λές τήν ευχή «Κύριε Ιησού Χριστέ». Είναι
αυτά πού σάς έφερα τήν άλλη φορά καί διαβάσαμε εδώ πέρα στό ποίημα τού
Παράσχου. «Όλα προσεύχονται», λέει. «Όλα προσεύχονται!»
Κι
όταν μνημονεύεις τόν πεθαμένο είναι προσευχή, κι όταν τό παιδάκι
ανοίγει τό κλουβί καί φεύγει τό πουλάκι πού είναι κλεισμένο εκεί πέρα,
προσεύχεται κι εκείνο. Γιατί; Γιατί αφήνει τό πουλάκι νά φύγει. Ποιός τό
ρώτησε τό πουλάκι εκεί πέρα πού είναι, άν είναι ευχαριστημένο; Εμείς τό
βάλαμε εκεί, γιατί αρέσει σέ εμάς. Τό ρώτησε κανείς;
Μού
έλεγε κάποιος είχε πάει στό Άγιο Όρος καί τού άρεσαν τ’ αηδόνια. Και τί
πιάνει; Ανοίγει τό μαγνητόφωνο νά τά γράψει. Δέν έγραφε! Δέν έγραφε!
Τίποτα! Μουλάρωσε! Ντάνγκ, κάτω. Τίποτα.
Ενώ πρίν ήτανε καλά. Όταν βγήκε απ’ τ’ Άγιο Όρος καί τό ’βαλε, έγραφε!
Ήρθε στόν Γέροντα Πορφύριο. – «Μωρέ, τί έγινε μ’ εκείνα τ’ αηδόνια στ’ Άγιο Όρος; Τί έγινε μ’ εκείνα τ’ αηδόνια;» λέει. – «Τί έγινε;» λέει. – «Μόνο πού δέν έγραφε». – «Πού το ξέρετε, Γέροντα;» – «Έ, αφού σέ είδα», λέει. – «Γιατί;» –
«Δέν θέλουν αυτά νά βγει ή φωνή τους απ’ τ’ Άγιο Όρος! Θέλουν νά υμνούν
τόν Χριστό, τόν Θεό τόν Τριαδικό, τήν Παναγίτσα, τούς Αγίους, τούς
Οσίους, δηλαδή, δέν θέλουνε νά βγει έξω ή λαλιά τους! Θέλουν νά ’ναι
εκεί. Είναι δώρο! Τό κάνουνε δώρο στήν Παναγία. Είναι τάμα!» Άκου τί τού ’πε! Ναί! Μετά δούλεψε τό μαγνητόφωνο…
Ο ευτυχισμένος άνθρωπος, δεν ασχολείται με τις ζωές των άλλων.
Ο ευτυχισμένος άνθρωπος, δεν σχολιάζει, δεν κουτσομπολεύει, δεν κακολογεί.
Ο ευτυχισμένος άνθρωπος, δεν προκαλεί πόνο στους διπλανούς του. Θέλει όλοι να είναι καλά. Να είναι χαρούμενοι.
Ο ευτυχισμένος άνθρωπος, δεν θέλει να γίνεται πάντοτε το δικό
του. Δεν πιέζει. Δεν απαιτεί. Αφήνει ελεύθερους τους ανθρώπους γύρω του.
Τους αφήνει να αναπνεύσουν.
Ο ευτυχισμένος άνθρωπος, δεν γκρινιάζει. Δεν μουτρώνει. Δεν φωνάζει. Δεν ταράζεται με το παραμικρό.
Έτσι είναι ο ευτυχισμένος άνθρωπος.
Χαρά Θεού.
Από όλα τα άσχημα απελευθερωμένος.
Για αυτό, να θυμάσαι, πως όλοι αυτοί που σε πληγώνουνε, κατά βάθος, είναι οι ίδιοι τους δυστυχισμένοι…
Ο άγιος Ευστάθιος βαθιά μέσα στην ψυχή του ζητούσε τον Θεό,
τον αληθινό Θεό. Και παρά το ότι «ήτο κρατημένος», όπως λέει το
Συναξάρι, «από την πλάνην των ειδώλων», είχε ευλάβεια και καλοκαγαθία.
Και καθώς ίσως δεν υπήρχε άλλος τρόπος να κληθεί στην αληθινή πίστη,
τον κάλεσε κατευθείαν ο Θεός. Αυτό το περιστατικό και άλλα παρόμοια
είναι πολύ σημαντικά, και κατά καιρούς έχουμε μιλήσει σχετικά. Υπάρχει
κάτι που όλοι μπορούμε να το έχουμε, και αν έχουμε αυτό το κάτι, θα βρει
τρόπο ο Θεός να μας δώσει εκείνο που δεν έχουμε. Μπορεί να μη γνωρίζει
κανείς πολλά, να μην έχει διαβάσει πολλά ή, αν θέλετε, να μην
καταλαβαίνει. Όμως, όπως κι αν έχει το πράγμα, από βαθιά μέσα του ο
άνθρωπος μπορεί – έχει τη δυνατότητα – να ζητάει την αλήθεια με
οποιοδήποτε τίμημα. Από βαθιά μέσα του ο άνθρωπος μπορεί να θέλει να
είναι έντιμος, ευθύς, ειλικρινής· όχι ψεύτικος, πονηρός, υποκριτής.
Εάν πράγματι βαθιά μέσα στην ψυχή σου ζητάς τον Χριστό, την
αλήθεια του Χριστού – είναι κάτι που μπορείς να το κάνεις – αν βαθιά
μέσα στην ψυχή σου ζητάς να γίνεις του Χριστού, να σου φανερωθεί ο
Χριστός, και αυτή η επιθυμία σου μεταφράζεται σε πράξη, με την έννοια
ότι, όσο εξαρτάται από σένα, είσαι έντιμος απέναντι του Θεού, τότε θα
σου αποκαλυφθεί ο Θεός. Έντιμος όχι με αυτή την έννοια που
λέμε: «Να, αυτός είναι ένας τίμιος άνθρωπος, κάνει αυτό, κάνει εκείνο»·
αλλά έντιμος με την έννοια ότι βαθιά μέσα στην ψυχή σου δεν υπάρχει η
πονηριά. Είναι πονηριά να θέλεις, ας πούμε, ακόπως να πάρεις τα αγαθά
του Θεού. Πόσο δεν το θέλει ο Θεός αυτό! Πόσο το αποστρέφεται!
Εσύ μπορεί να φαίνεσαι ευλαβής, πιστός, καλός χριστιανός, αλλά ο
Θεός, που ετάζει καρδίας και νεφρούς (βλ. Ψαλμ. 7:10, Ιερ. 17:10),
βλέπει την πονηριά που έχεις μέσα σου και δεν το θέλει αυτό. Να το
προσέξουμε. Μπορεί να κάνει κανείς πολλά, να φαίνεται και σε τρίτους ότι
κάνει πολλά, να πείθει κατά κάποιον τρόπο και τον εαυτό του ότι είναι
σπουδαίος και κάνει πολλά – και έτσι να ξεγελάει και τους γύρω του και
τον εαυτό του – αλλά όμως βαθύτερα η ψυχή του να κινείται πονηρά. Όχι
ότι κάνει πονηριές με τη στενή έννοια, αλλά δεν ζητάει αληθινά τον Θεό,
δεν ζητάει με ευθύτητα και με ειλικρίνεια τον Θεό θυσιάζοντας τον εαυτό
του. Διότι δεν είναι δυνατόν να ζητάς ειλικρινά τον Θεό, αν δεν
θυσιάζεις τον εαυτό σου.
Όταν έχει κανείς αυτή την εντιμότητα μέσα του, όσο κι αν είναι σε
άγνοια, όσο κι αν στερείται και άλλα πράγματα, θα βρει τρόπο ο Θεός να
μπει στην ψυχή αυτή, να αποκαλυφθεί στην ψυχή αυτή, να ανοίξει δρόμο
προς την ψυχή αυτή. Η χάρη του θα ανοίξει δρόμο, και έτσι γίνεται κανείς
χριστιανός.
Το βλέπουμε αυτό όχι μόνο στη ζωή του αγίου Ευσταθίου, αλλά και σε
πάρα πολλές άλλες περιπτώσεις αγίων. Πολύ να σκεφθούμε πάνω σ’ αυτό, να
προβληματισθούμε: Ενώ υποτίθεται ότι παρακαλείς τον Θεό να σου
φανερωθεί, ζητάς τον Θεό, και ενώ φανερώνεται ο Θεός σε άλλους που δεν
φαίνεται να τον ζητούν, τι συμβαίνει και τελικά δεν φανερώνεται σ’ εσένα
που υποτίθεται ότι τον ζητάς; Τι συμβαίνει; Να διερωτηθείς. Κάτι
συμβαίνει.
Είπαμε πολλές φορές ότι την πρωτοβουλία την έχει ο Θεός. Εάν
υπάρχουμε, υπάρχουμε, διότι το θέλει ο Θεός. Εάν σώζεται ο κόσμος,
σώζεται, διότι το θέλει ο Θεός. Εάν εμείς είμαστε σ’ αυτόν τον δρόμο
– βαπτισθήκαμε, είμαστε χριστιανοί – αν αυτή την ώρα είμαστε εδώ, είναι
διότι το θέλει ο Θεός. Ο Θεός τα προετοίμασε, ο Θεός μας παρακίνησε.
Πολύ περισσότερο, για να γίνει στην ψυχή σου το μεγάλο θαύμα, δηλαδή να
σου φανερωθεί ο Χριστός, όπως το υπόσχεται, να αισθανθείς ότι σε ανέλαβε
και ότι ζει μέσα σου ο Χριστός, την πρωτοβουλία την έχει ο Χριστός.
Είναι δυνατόν να μην το κάνει, αφού από αυτόν θα προέλθει και αφού όλα
γίνονται γι’ αυτό; Επομένως, αν δεν γίνεται, κάποιο εμπόδιο υπάρχει από
εμάς. Όχι επειδή δεν γνωρίζουμε, όχι επειδή δεν έχουμε τάχα χρόνο ή
επειδή κάποια προβλήματα της ζωής μας περισπούν και αποσπούν ή κάποιες
άλλες καταστάσεις τάχα μας αποπροσανατολίζουν. Όχι, όχι. Δεν τα φοβάται
αυτά ο Θεός.
Ο άγιος Ευστάθιος ήταν ειδωλολάτρης, ασχολούνταν με το κυνήγι, όμως
βρήκε τρόπο ο Θεός και του αποκαλύφθηκε, διότι βαθύτερα η ψυχή του είχε
αυτή την ειλικρίνεια, αυτή την εντιμότητα· ήταν έτσι διατεθειμένη που,
μόλις θα φανερωνόταν ο Θεός, θα τον ακολουθούσε.
Όπως έχουμε πει πολλές φορές, δεν σου ανοίγει μια πόρτα ο
Θεός, όταν ξέρει ότι ούτε καν θα προσέξεις ότι σου την άνοιξε, ούτε θα
κάνεις τον κόπο να μπεις μέσα από αυτήν και να προχωρήσεις. Δεν σου
δείχνει έναν δρόμο ο Θεός, όταν ούτε καν θα προσέξεις ότι υπάρχει αυτός ο
δρόμος και δεν θα θελήσεις να μπεις σ’ αυτόν τον δρόμο να περπατήσεις.
Αυτό είναι το μυστήριο.