Εκείνος, όμως, ήταν, είναι και θα είναι ελεήμων και καλεί από ευσπλαχνία όλους κοντά Του: «Ελάτε σ’ Εμένα όλοι οι “κοπιώντες και πεφορτισμένοι”, γνωρίστε Με και εγώ θα δώσω σε σας την ανάπαυση και την ελευθερία».
Να η αληθινή ελευθερία –όταν βρισκόμαστε εν τω Θεώ. Κι εγώ δεν το γνώριζα αυτό προηγουμένως. Ως την ηλικία των εικοσιεπτά ετών πίστευα μόνο ότι ο Θεός υπάρχει αλλά δεν Τον γνώριζα. Αφότου, όμως, Τον γνώρισα εν Πνεύματι Αγίω, η ψυχή μου ορμά με πάθος προς Αυτόν και Τον ζητώ διακαώς ημέρα και νύχτα.
Ο Κύριος μας έδωσε την εντολή να αγαπάμε ο ένας τον άλλον. Σε αυτό έγκειται η ελευθερία: στην αγάπη για τον Θεό και για τον πλησίον. Εδώ βρίσκεται και η ελευθερία και η ισότητα.
Στην κοσμική τάξη είναι αδύνατον να υπάρξει ισότητα –αυτό, όμως, δεν έχει σημασία για την ψυχή. Δεν μπορεί να είναι ο καθένας βασιλιάς η άρχοντας, πατριάρχης, η ηγούμενος, η διοικητής. Μπορείς, όμως, όπου και να ανήκεις, να αγαπάς τον Θεό και είσαι ευάρεστος σε Αυτόν- και αυτό είναι σπουδαίο.
Και όσοι αγαπούν περισσότερο τον Θεό στη γη, θα έχουν μεγαλύτερη δόξα στη Βασιλεία και θα είναι πιο κοντά στον Κύριο. Ο καθένας θα δοξασθεί κατά το μέτρο της αγάπης του.
Η γλυκύτητα του Αγίου Πνεύματος μεταμορφώνει εντελώς τον άνθρωπο, και τον διδάσκει να αγαπά απόλυτα τον Θεό. Πεπληρωμένη με την αγάπη του Θεού η ψυχή δεν εγγίζει τον κόσμο, παρότι ζει στη γη ανάμεσα στους ανθρώπους
Έμαθα ότι η αγάπη ποικίλλει ως προς την έντασή της. Όποιος φοβάται τον Θεό, φοβάται να Τον λυπήσει με κάτι· αυτός είναι ο πρώτος βαθμός. Όποιος έχει το νού του καθαρό από εμπαθείς λογισμούς, αυτός είναι ο δεύτερος βαθμός, μεγαλύτερος από τον πρώτο. Όποιος αισθητά έχει τη χάρη στη ψυχή του, αυτός είναι ο τρίτος βαθμός της αγάπης, ακόμη μεγαλύτερος. Η τέταρτη βαθμίδα, η τελεία αγάπη για τον Θεό, είναι όταν έχει κάποιος τη Χάρη του Αγίου Πνεύματος και στην ψυχή και στο σώμα. Τα σώματα των ανθρώπων αυτών αγιάζουν και μετά τον θάνατό τους γίνονται άγια λείψανα. Αυτό γίνεται με τα σώματα των αγίων μαρτύρων, των προφητών, των οσίων ανδρών.
Πεπληρωμένη με την αγάπη του Θεού η ψυχή δεν εγγίζει τον κόσμο, παρότι ζει στη γη ανάμεσα στους ανθρώπους. Η ψυχή λησμονεί όλα τα επίγεια από τη μεγάλη αγάπη της για τον Θεό.
Η δυστυχία μας έγκειται στο ότι δεν στεκόμαστε ακλόνητοι, εξαιτίας της υπερηφάνειάς μας, στη χάρη αυτή, και η χάρη μας εγκαταλείπει, και τότε η ψυχή την αναζητεί με θρήνους και οδυρμούς και λέει: «Διψά η ψυχή μου τον Κύριο».