Συνήθως
διαχωρίζουμε τους χώρους της οικογένειας και της παιδείας. Οι δάσκαλοι
παραπονιούνται για τους μαθητές τους ότι δεν έχουν πάρει καλή αγωγή από
το σπίτι τους. Ότι οι γονείς δεν είναι συνεργάσιμοι. Ότι δεν έχουν μάθει
στα παιδιά τους ούτε τρόπους, ούτε σεβασμό, ότι δεν βοηθούν τους
δασκάλους στο έργο τους, αλλά αμφισβητούν την κρίση τους, όπως αυτή
εκφράζεται στην βαθμολόγηση, στις παρατηρήσεις, στο τι ζητούν. Από την
άλλη, οι γονείς παραπονιούνται ότι οι δάσκαλοι ή αρκούνται στο να κάνουν
μόνο μάθημα χωρίς να ενδιαφέρονται για τον χαρακτήρα των παιδιών τους ή
έχουν υπερβολικές απαιτήσεις από αυτά με αποτέλεσμα να τα κουράζουν ή
δεν τα μαθαίνουν αρχές χρήσιμες για να έχουν ταυτότητα, ιδίως αν οι
εκπαιδευτικοί δηλώνουν ότι δεν πιστεύουν στον Θεό.
Τα
παράπονα αυτά είναι δικαιολογημένα, εφόσον άλλο είναι το σπίτι και άλλο
το σχολείο. Το σπίτι έχει ως στόχους το παιδί να κοινωνικοποιηθεί, να
κρατήσει αρχές που το καθιστούν άνθρωπο που δεν θα προκαλεί αρνητικά
σχόλια και αντιδράσεις, να έχει ήθος το οποίο συνδυάζεται και με την
παράδοση της πατρίδας. Το σχολείο πορεύεται στην λογική της πολιτείας, η
οποία σήμερα είναι η politically correct
της πολυπολιτισμικότητας, του αντιρατσισμού, της τεχνοκρατούμενης
γνώσης, της θρησκευτικής ουδετερότητας, της αδιαφορίας για την πατρίδα,
της καλλιέργειας μοντέρνας προσωπικότητας, με κριτήριο την αποδοχή από
τους πολλούς και την επαγγελματική προκοπή. Η σύγκριση δείχνει ότι για τους γονείς που πιστεύουν στον Θεό ο διαχωρισμός είναι αναμενόμενος.
Η
πίστη μάς μιλά για το παράδειγμα μιας οικογένειας και ενός σχολείου με
κοινό στόχο. Την 1η Αυγούστου κάθε χρόνο εορτάζουμε την μνήμη των επτά
Μακκαβαίων, της μητέρας τους Σολομονής και του δασκάλου τους Ελεαζάρου.
Όλοι τους υπέστησαν μαρτυρικό θάνατο στα χρόνια του βασιλιά της Συρίας
Αντιόχου Δ᾽ του Επιφανούς, ο οποίος ήθελε να τους κάνει να παραβιάσουν
τις παραδόσεις της ιουδαϊκής πίστης. Όλοι τους αρνήθηκαν. Πρώτα ο
δάσκαλος, ο οποίος διάλεξε να είναι συνεπής με όσα δίδασκε στους μαθητές
του. Ακολούθησαν οι μαθητές και η μητέρα τους. Εμπνεύστηκαν από το
παράδειγμα του δασκάλου τους και έμειναν πιστοί μαρτυρώντας για τον Θεό.
Παρότι έζησαν στην περίοδο της Παλαιάς Διαθήκης, η Εκκλησία τους τιμά
ως αγίους αυτής της αυθεντικής σύζευξης, της πιστότητας στην διδαχή,
στην παιδεία του Θεού.
Όποια
κι αν είναι η επιλογή της πολιτείας για την παιδεία, δάσκαλοι και
γονείς μπορούν να κρατήσουν ενωμένους αυτούς τους δύο χώρους αν έχουν
έναν συνδετικό κρίκο: την οδό του Θεού, η οποία δίδει νόημα ζωής ακόμη
και στις φαινομενικά χωρίς πίστη σύγχρονες ιδέες. Ο χριστιανός δεν
μπορεί να είναι ρατσιστής, σέβεται κάθε συνάνθρωπο, είναι ευγενής, έχει
αρχές, ακολουθεί μία ιεραρχία εν υπακοή. Πρωτίστως όμως αγαπά όχι μόνο
τον πλησίον, αλλά και κάθε έργο ζωής, όπως είναι η γνώση, η πρόοδος, η
παράδοση, η πατρίδα. Αυτός ο συγκερασμός καθιστά τον χριστιανό
αποφασισμένο να παλέψει όσο χρειαστεί. Ιδανικό παράδειγμα για μία
νεότητα, η οποία στους καιρούς μας κλείνεται στο “εγώ” της και ένα
σχολείο το οποίο φοβάται την παράδοση, επειδή δεν την γνωρίζει.
Είναι
στο χέρι της σύγχρονης οικογένειας να μπολιάσει τα μέλη της με αρχές
που δίνουν νόημα, για να μπορούν να συναντούν δασκάλους που είτε τις
αποδέχονται είτε αναγκάζονται να υποκλιθούν, διαβλέποντας αυθεντικότητα!
π. Θεμιστοκλής Μουρτζανός