Ἡ Κοίμηση τῆς Ὑπεραγίας
Θεοτόκου τήν ὁποία θεοπρεπῶς θα ἑορτάσουμε δέν μᾶς ἀποστερεῖ τήν ἐλπίδα,
ὅτι ἡ Παναγία καί μετά τόν θάνατό της δέν ἔχει ἐγκαταλείψει τόν κόσμο,
ἀλλά μέ τήν ἴδια μητρική φροντίδα ἐξακολουθεῖ νά μεσιτεύει εἰς τόν
Μονογενῆ της ὑπέρ τῆς κληρονομίας της. «Ἐν τῇ κοιμήσει τόν κόσμον οὐ
κατέλιπες Θεοτόκε», διακηρύττει ἡ ἁγία Ἐκκλησία μας. Ἡ ἐν τῷ τάφῳ «μή
παθοῦσα τῷ ζωοδόχῳ σώματι διαφθοράν» ζεῖ καί ὑπάρχει στον οὐρανό, ἀφοῦ
στή γῆ ἔζησε μέ οὐράνια νοήματα και ὑπῆρξε ἔμψυχος οὐρανός. Ἐκεῖ ἐνεργεῖ
γιά τήν ἐπανασύνδεση κάθε ἀνθρώπου μέ τόν Θεό Πατέρα. Μεσιτεύει καί
ὁδηγεῖ τόν ἄνθρωπο στόν Χριστό καί πρεσβεύει γιά τήν σωτηρία του.
Στήν συνείδησή μας ἡ Παναγία ἔχει
καθιερωθεῖ ὡς μεσίτρια πού ἑνώνει τήν γῆ μέ τόν οὐρανό, τον αἰσθητό
κόσμο μέ τήν νοητή ὡραιότητα. Ἡ πίστη αὐτή ἀποτυπώνεται στούς ἱερούς
Ναούς μας μέ την Πλατυτέρα στήν κόγχη τοῦ Ἱεροῦ. Ἐπίσης ἀποτυπώνεται
στήν ὑμνολογία στίς ἱερές ἀκολουθίες, στους κανόνες, στα Θεοτοκάρια,
στόν Ἀκάθιστο Ὕμνο και σέ κάθε Θεομητορικό ὕμνο. Ἡ πίστη περί τῆς
μεσιτείας της ἐκφράζεται καί διαφαίνεται περισσότερο στίς ἑορτές πού
ἀποτελοῦν ἀφορμές καταφυγῆς τῶν Χριστιανῶν στήν σκέπη καί προστασία της.
Γέμισαν πάλι αὐτές τίς ἡμέρες οἱ Ναοί ἀπό πιστούς πού ἔψαλλαν κάθε
ἀπόγευμα τίς παρακλήσεις τῆς Παναγίας. Τά ἱερά Προσκυνήματα σέ ὅλη τήν
Ὀρθοδοξία ἐδέχθησαν χιλιάδες προσκυνητές πού ἔσπευσαν νά ἐκζητήσουν τήν
προστασία «τῆς μόνης ἀκαταισχύντου ἐλπίδος μας».
Ἡ Παναγία μας εὑρίσκεται πολύ κοντά στόν
Θεό. Ἀπό αὐτό τό προνόμιο ἀπορρέει ἡ παρρησία της ἐνώπιόν Του ὑπέρ τῶν
ἀνθρώπων. Πρῶτος καί βασικός σκοπός τῆς μεσιτείας της εἶναι ἡ ὑπέρβαση
τῆς φθαρτότητος καί ἡ ἐπαγγελία τῆς ἀναστάσεως γιά κάθε ἄνθρωπο. Ὅπως
ἀκριβῶς τήν ἔζησε ἐκείνη ἔτσι προσφέρει τόν ἑαυτό της ὡς παράδειγμα καί
χειραγωγεῖ μέ τήν ἀγάπη της τόν πιστό στήν ἀναστάσιμη ζωή τῆς σωτηρίας.
Τόν πόθο αὐτό ἐκφράζει ἕνας ἀπό τούς ὡραιοτάτους ὕμνους τῆς Παρακλήσεως:
«Καί σέ μεσίτριαν ἔχω πρός τόν Φιλάνθρωπον Θεόν μή μοῦ ἐλέγξει τάς
πράξεις ἐνώπιον τῶν Ἀγγέλων. Παρακαλῶ σε Παρθένε βοήθησόν μοι ἐν τάχει».
Ὁ ἅγιος Ἰωάννης ὁ Δαμασκηνός, πού τόσο
ἐξυμνεῖ τήν Παναγία γράφει σέ μιά ὁμιλία του ὅτι ἡ Θεοτόκος γίνεται
«τοῖς λυπουμένοις εὐμενές Παραμύθιον, πᾶσι τοῖς αἰτοῦσιν ἑτοίμη βοήθεια»
(Ἐγκώμιον εἰς τήν Κοίμησιν, P.G. 96, 717ΑΒ). Εἶναι πολύ κοντά στούς
ἀνθρώπους. Αἰσθάνεται τόν πόνο καί τίς θλίψεις μας. Ἀγκαλιάζει τούς
πάντες καί εἶναι ἕτοιμη μέ τήν παρρησία της πρός τόν Θεό νά λύσει κάθε
ἐπώδυνη κατάσταση τῆς ζωῆς. Ἐπιβλέπει ἀπό ψηλά με συμπόνοια καί ὡς
φιλόστοργη Μητέρα ἐνδυναμώνει τίς ψυχικές δυνάμεις, θεραπεύει τά
σωματικά πάθη, πραΰνει τούς πόνους, γεμίζει τίς ψυχές μέ ἐλπίδα και
πίστη. Στίς δοκιμασίες μας καί στίς καταιγίδες τῆς ζωῆς τήν Παναγία
ἐπικαλούμεθα κι’ ἐκείνη ἀνταποκρίνεται πάντοτε πρόθυμα. Ἀναρίθμητα εἶναι
τά θαύματά της καί ἀπερίγραπτες οἱ εὐεργεσίες της. Ἀλήθεια πόση
εὐγνωμοσύνη ὀφείλουμε στήν μεγάλη εὐεργέτιδά μας Παναγία γιά ὅσα ἀγαθά
μᾶς προσέφερε καί μᾶς προσφέρει!
«Μακαρίζομέν σε πᾶσαι αἱ γενεαί Θεοτόκε
Παρθένε, ἐν σοί γάρ ὁ ἀχώρητος Χριστός ὁ Θεός ἡμῶν, χωρηθῆναι ηὐδόκησε.
Μακάριοι ἐσμέν καί ἡμεῖς, προστασίαν σε ἔχοντες ἡμέρας γάρ καί νυκτός
πρεσβεύεις ὑπέρ ἡμῶν…» (Ὑπακοή τῆς ἑορτῆς τῆς Κοιμήσεως).
Πιό βασανιστικά ἀπό τίς ἀσθένειες τοῦ
σώματος εἶναι τά πάθη τῆς ψυχῆς. Αὐτά κατατρώγουν καθημερινά τήν
πνευματική ἰκμάδα καί ἐμποδίζουν την ψυχή νά ζήσει τήν χαρά τῆς
ἐλευθερίας. Οἱ ὁρμές τῶν παθῶν, εἶναι δηλητηριώδη βέλη τοῦ πονηροῦ πού
σημαδεύουν καί τραυματίζουν τίς ψυχές. Ὁ ἀδύναμος ἄνθρωπος ἐνδίδει,
ὑποκύπτει καί παραδίνεται στην ἐξουσία τῆς ἁμαρτίας. Ποιος ἄλλος ἀπό τήν
Παναγία μπορεῖ νά τόν βοηθήσει; Ποιός ἔχει νά τοῦ προσφέρει τό
ἀντίρροπο φάρμακο γιά νά θεραπευθεῖ; Την ὥρα ἐκείνη τοῦ σκότους καί τῆς
ἀπελπισίας ὁ ἄνθρωπος δέν πρέπει νά χαθεῖ. Νά στρέψει τά βλέμματά του
στην Εἰκόνα τῆς Θεομήτορος καί νά τῆς ψελλίσει μέ ταπείνωση αὐτά τά
λόγια: «Πρός τινα καταφύγω ἄλλην Ἁγνή; Ποῦ προσδράμω λοιπόν καί
σωθήσομαι; Ποίαν δέ ἐφεύρω καταφυγήν; Ποίαν θερμήν ἀντίληψιν, ποίαν ἐν
ταῖς θλίψεσι βοηθόν; Εἰς Σέ μόνην ἐλπίζω, εἰς Σέ μόνην καυχῶμαι καί ἐπί
Σέ θαρρῶν κατέφυγον».
Ἡ Παναγία πού ἥνωσε τούς δύο κόσμους
δύναται νά ἑνώσει καί τόν ἁμαρτωλό μέ τόν Θεό. «Σύ βοηθός ἁμαρτωλῶν
ἀντίληψις καί ρύστις» ψάλλει ὁ ἅγιος Νεκτάριος Πενταπόλεως στίς Ὡδές του
πρός τήν Παναγία.
Ὁ θάνατος τῆς Ὑπεραγίας Θεοτόκου δέν μᾶς
ἐπιτρέπει νά θρηνοῦμε καί νά μοιρολογοῦμε ὅπως πράττουν «οἱ μή ἔχοντες
ἐλπίδα ἀναστάσεως». Ἐορτάζομε καί πανηγυρίζομε ἕνα θάνατο ἀσυνήθιστο,
τόν θάνατο Ἐκείνης πού ἐγέννησε τήν ζωή. Ζωοκοίμητη μετάσταση ὀνομάζουν
οἱ θεηγόροι πατέρες την Κοίμηση τῆς Παναγίας γιατί δέν εἶναι φθορά καί
ἀφανισμός ἀλλά μετάθεση στόν οὐρανό. «Τήν ζωήν κυήσασα πρός ζωήν
μεταβέβηκεν».
Ἐκεῖ στό θρόνο τοῦ Μεγάλου Ἀρχιερέως
Χριστοῦ ἡ Θεοτόκος ἵσταται πεποικιλμένη μέ τήν δόξα τοῦ Θεϊκοῦ Φωτός καί
ἐκτενῶς καί ἀκοιμήτως πρεσβεύει ὑπέρ ἡμῶν.
Ἄς τήν παρακαλέσωμε νά μεσιτεύει γιά τή
ζωή και τή σωτηρία μας, γιά τήν Ἐκκλησία καί τήν πατρίδα μας, γιά τή
νεολαία και τό λαό μας, γιά τούς ἀρρώστους καί τούς πτωχούς, γιά ὅλο τόν
κόσμο, ὥστε να στέλνει ὁ Κύριος τό ἔλεός του.
«Δέσποινα ἀγαθή, τάς ἁγίας σου χεῖρας, πρός τον Υἱόν σου ἆρον οἰκτειρῆσαι τούς δούλους σου».
Σέ ὅλους σας εὔχομαι κραταιά καί συνεχή την
προστασία τῆς Παναγίας μας.
† Ὁ Φθιώτιδος ΝΙΚΟΛΑΟΣ