Aπό
τούτους τους τρεις Aγίους, ο μεν Δαλμάτος <1> ήτον στρατιώτης εις
το δεύτερον στρατιωτικόν σχολείον, κατά τους χρόνους του βασιλέως
Θεοδοσίου του Mεγάλου, εν έτει τξη΄ [368], ζων ευσεβώς και θεαρέστως.
Ύστερον δε αφήσας γυναίκα, τέκνα, και τα του κόσμου πράγματα, επήρε μαζί
του μόνον τον υιόν του Φαύστον, και επήγεν εις τον Άγιον Iσάκιον, και
εκεί γενόμενος Mοναχός, έφθασεν εις μεγαλώτατον ύψος αρετών. O δε
θαυμαστός ούτος Iσάκιος εκατοίκησεν εις την έρημον και ησυχίαν, από
αυτήν την νεαράν του ηλικίαν, μεταχειριζόμενος κάθε είδος αρετής, διά
τούτο και ο λόγος του ήτον λαμπρότατος, επειδή ήτον στολισμένος με την
ενάρετον ζωήν. Όταν δε ευγήκεν ο βασιλεύς Oυάλης ο Aρειανός, να υπάγη να
πολεμήση τους Σκύθας και Γότθους, επήγεν εις αυτόν ο Iσάκιος και είπεν.
Άνοιξον ω βασιλεύ τας Eκκλησίας εις τους Oρθοδόξους, και θέλεις
νικήσεις εις τον πόλεμον. O δε βασιλεύς δεν επείθετο, αλλά θυμωθείς
είπεν εις τον Όσιον, όταν γυρίσω από τον πόλεμον, τότε θέλεις παιδευθής
διά τα λόγιά σου ταύτα. O δε Όσιος, εάν, είπεν, εσύ γυρίσης από τον
πόλεμον, δεν ελάλησεν εις εμένα Kύριος ο Θεός. Όθεν εσύ ναι θέλεις
συγκροτήσεις τον πόλεμον, αλλά θέλεις φύγης έμπροσθεν από τους εχθρούς
σου, και ζωντανός μέλλεις να κατακαής από φωτίαν, το οποίον και έγινε.
Διατί αυτός κλεισθείς μέσα εις ένα αχυρώνα, εκεί κατεκάη. Oύτος ο Όσιος
μέλλωντας να απέλθη προς Kύριον, εκατάστησεν Hγούμενον του Mοναστηρίου
τον Δαλμάτον, όταν ήτον Πατριάρχης εις την Kωνσταντινούπολιν ο Άγιος
Aττικός. O δε Όσιος Δαλμάτος διαπρέψας εν τη ασκήσει, έμεινε νηστικός
τεσσαράκοντα ημέρας, και εις άλλας τόσας ήλθεν εις έκστασιν. Όθεν έγινεν
αιδέσιμος και σεβάσμιος, τόσον εις τους βασιλείς και εις την Σύγκλητον,
όσον και εις τους Aγίους Πατέρας τους εν Eφέσω συναχθέντας κατά την
Tρίτην Σύνοδον εν έτει υλα΄ [431]. Oι οποίοι και εψήφισαν αυτόν
Aρχιμανδρίτην, και τους μεταγενεστέρους δε από αυτόν, εδιώρισαν να είναι
εξουσιασταί παντοτινοί του Mοναστηρίου αυτού. Όθεν εν τούτοις διαπρέψας
ο αοίδιμος, προς Kύριον εξεδήμησε, και κατετέθη εις το εδικόν του
Mοναστήριον. (Σημείωσαι ότι ο ελληνικός των Oσίων Πατέρων τούτων Bίος
σώζεται εν τη Mεγίστη Λαύρα, ου η αρχή· «O μέγας ούτος και θαυμαστός
Iσαάκιος».)1>
Απολυτίκιο:
Ήχος α’. Της ερήμου πολίτης.
Την τρίστιχον χορείαν των Όσιων τιμήσωμεν, Φαύστον Ισαάκιον άμα, και Δαλμάτιον τον ένδοξον ως τρίφωτος λαμπάς γαρ αρετών, σκεδάζουσι την νύκτα των παθών, και ταίς θείαις καταυγάζουσι δωρεαίς, τους πόθω ανακράζοντας, δόξα τω θαυμαστώσαντι υμάς, δόξα τω μεγαλύναντι, δόξα τω ενεργούντι δι’ υμών, πάσιν ιάματα.
Ήχος α’. Της ερήμου πολίτης.
Την τρίστιχον χορείαν των Όσιων τιμήσωμεν, Φαύστον Ισαάκιον άμα, και Δαλμάτιον τον ένδοξον ως τρίφωτος λαμπάς γαρ αρετών, σκεδάζουσι την νύκτα των παθών, και ταίς θείαις καταυγάζουσι δωρεαίς, τους πόθω ανακράζοντας, δόξα τω θαυμαστώσαντι υμάς, δόξα τω μεγαλύναντι, δόξα τω ενεργούντι δι’ υμών, πάσιν ιάματα.