Η
προετοιμασία των οικογενειών για το νέο σχολικό έτος ξεκινά συνήθως από
την αγορά των σχολικών ειδών. Διαφημιστικές καμπάνιες από εξεδικευμένα
πολυκαταστήματα στοχεύουν στο να ελκύσουν τα παιδιά στην αγορά προϊόντων
που δεν είναι πάντοτε απαραίτητα για την σχολική καθημερινότητα, αλλά
σίγουρα δίνουν ταυτότητα στους κατόχους τους: δεν υστερούν! Καινούργια
τσάντα και τετράδια και άλλα είδη με υπερήρωες του παγκόσμιου παιδικού
και εφηβικού star–system, μοντερνιές.
Οι γονείς που δεν μπορούν ή δεν θέλουν να συμετάσχουν σ᾽ αυτό τον
διαγκωνισμό κατανάλωσης θα πρέπει να πείσουν τα παιδιά τους ότι δεν
χρειάζεται να ζηλεύουν και ότι η σχολική αποδοχή δεν κρίνεται από το τι
έχουν και επιδεικνύουν, αλλά από το ποιος είναι ο μαθητής και πόσο
προσπαθεί να μάθει γράμματα. Αυτός ο αγώνας φαίνεται μάλλον μάταιος!
Η
σχολική πραγματικότητα εξάλλου είναι δομημένη στην λογική της
κατανάλωσης. Γνώση που δεν αποσκοπεί στην καλλιέργεια της κριτικής
ικανότητας, αλλά στην πρόσληψη ποσότητας πληροφοριών. Κόπος που δεν
επιβραβεύεται, σχέσεις που δεν καλλιεργούνται, παράδοση που δεν
αγγίζεται στο νόημά της προετοιμάζουν μια γενιά η οποία δεν θα ελέγχει
τις επιθυμίες της αλλά θα τις ακολουθεί. Και ο καταναλωτισμός σ᾽ αυτό
στηρίζεται, στις επιθυμίες που μας οδηγούν στην ύλη, στην πελατειακή
σχέση, σε μία επίφαση ευτυχίας όταν δεν μας λείπει τίποτα. Επομένως, η
ταύτιση του μαθητή με την τσάντα και το τετράδιο και όχι η κρίση του με
βάση το ποιο νόημα ζωής σπουδάζει μέσα από όσα γνωρίζει, με ποιον τρόπο
μπορεί να κατακτήσει την γνώση που οδηγεί στην αλήθεια και στην
ελευθερία, είναι σημάδι ενός συστήματος το οποίο οδηγεί στον
άνθρωπο-καταναλωτή.
Στήριγμα του καταναλωτισμού η σαγήνευση του πελάτη. Μέσο της η ελκυστικότητα του προϊόντος.
Το παιδί- καταναλωτής δεν σαγηνεύεται από το σχολείο ως διαδικασία, από
τον δάσκαλο, την τάξη, την μάθηση, την μελέτη, αλλά από το τι φέρνει
μαζί του στο σχολείο. Γι᾽ αυτό και η έγνοια των γονέων στους καιρούς μας
είναι πώς δεν θα λείψουν από τα παιδιά τα σχολικά είδη. Η ψευδαίσθηση
ότι χρέος του μεγαλύτερου είναι να παράσχει στον μικρότερο τις συνθήκες
στις οποίες αυτός θα προοδεύσει. Όμως η παιδεία πηγάζει πρώτα από τις
αρχές της οικογένειας. Όταν αυτή δεν στοχεύει στην αγάπη για τον
άνθρωπο, για τον Θεό, στην εκζήτηση της ελεύθερης από πάθη καρδιάς, τότε
θα υποταχθεί στο ρεύμα των καιρών, που είναι να ταυτίζουμε την
δυνατότητα και την αυτάρκεια στην κατανάλωση με την πρόοδο. Ο
μεγαλύτερος γίνεται πηγή αντίστασης στον καταναλωτισμό όταν αγαπά, όταν
μοιράζεται, όταν σχετίζεται, όταν ακούει, όταν δεν βλέπει το “έχειν” ως
την μοναδική αξία.
Δάσκαλοι
και καθηγητές δίνουν στους μαθητές σημειώματα με τα απαραίτητα. Θα
άξιζε από την πλευρά των γονέων ένα ταξίδι στην απλότητα και στο
αναγκαίο και όχι στην νοοτροπία της κατανάλωσης. Η ασκητικότητα του
εκκλησιαστικού ήθους, όταν αυτό
βιώνεται αυθεντικά, όσο κι αν φαίνεται παράταιρη με το πνεύμα των
καιρών, όπως επίσης και η προτροπή της οικογένειας στο παιδί να χαρεί
την παιδεία ως ταξίδι ελευθερίας από κάθε εξάρτηση, ακόμη και από αυτήν
της μόδας, είναι ένας δρόμος φαινομενικά δύσβατος, αλλά και μοναδικά
όμορφος. Διότι κάνει το παιδί να πιστέψει σ᾽ αυτό που μπορεί να γίνει
και όχι σ᾽ αυτό που έχει!
π. Θεμιστοκλής Μουρτζανός