Ἐν
ταῖς ἡμέραις ἐκείναις, ἔκρινεν ὁ Παῦλος παραπλεῦσαι τὴν Ἔφεσον͵ ὅπως μὴ
γένηται αὐτῷ χρονοτριβῆσαι ἐν τῇ Ἀσίᾳ΄ ἔσπευδε γὰρ εἰ δυνατὸν ἦν αὐτῷ,
τὴν ἡμέραν τῆς πεντηκοστῆς γενέσθαι εἰς Ἱεροσόλυμα. Ἀπὸ δὲ τῆς Μιλήτου
πέμψας εἰς Ἔφεσον μετεκαλέσατο τοὺς πρεσβυτέρους τῆς ἐκκλησίας. Ὡς δὲ
παρεγένοντο πρὸς αὐτὸν εἶπεν αὐτοῖς΄ Προσέχετε οὖν ἑαυτοῖς καὶ παντὶ τῷ
ποιμνίῳ͵ ἐν ᾧ ὑμᾶς τὸ Πνεῦμα τὸ ἅγιον ἔθετο ἐπισκόπους͵ ποιμαίνειν τὴν
ἐκκλησίαν τοῦ Κυρίου καὶ Θεοῦ͵ ἣν περιεποιήσατο διὰ τοῦ αἵματος. Ἐγὼ γὰρ
οἶδα τοῦτο, ὅτι εἰσελεύσονται μετὰ τὴν ἄφιξίν μου λύκοι βαρεῖς εἰς ὑμᾶς
μὴ φειδόμενοι τοῦ ποιμνίου΄ καὶ ἐξ ὑμῶν αὐτῶν ἀναστήσονται ἄνδρες
λαλοῦντες διεστραμμένα τοῦ ἀποσπᾶν τοὺς μαθητὰς ὀπίσω αὐτῶν. Διὸ
γρηγορεῖτε͵ μνημονεύοντες ὅτι τριετίαν νύκτα καὶ ἡμέραν οὐκ ἐπαυσάμην
μετὰ δακρύων νουθετῶν ἕνα ἕκαστον. Καὶ τὰ νῦν παρατίθεμαι ὑμᾶς, ἀδελφοί,
τῷ Θεῷ καὶ τῷ λόγῳ τῆς χάριτος αὐτοῦ τῷ δυναμένῳ ἐποικοδομῆσαι καὶ
δοῦναι ὑμῖν κληρονομίαν ἐν τοῖς ἡγιασμένοις πᾶσιν. Ἀργυρίου ἢ χρυσίου ἢ
ἱματισμοῦ οὐδενὸς ἐπεθύμησα· αὐτοὶ γινώσκετε ὅτι ταῖς χρείαις μου καὶ
τοῖς οὖσι μετ΄ἐμοῦ ὑπηρέτησαν αἱ χεῖρες αὗται. Πάντα ὑπέδειξα ὑμῖν ὅτι
οὕτως κοπιῶντας δεῖ ἀντιλαμβάνεσθαι τῶν ἀσθενούντων͵ μνημονεύειν τε τῶν
λόγων τοῦ Κυρίου Ἰησοῦ, ὅτι αὐτὸς εἶπε΄ Μακάριόν ἐστιν μᾶλλον διδόναι ἢ
λαμβάνειν. Καὶ ταῦτα εἰπὼν, θεὶς τὰ γόνατα αὐτοῦ σὺν πᾶσιν αὐτοῖς
προσηύξατο.
ΝεοελληνικήΑπόδοση
Κι
αυτό, γιατί ο Παύλος αποφάσισε να παρακάμψει την Έφεσο, για να μη
χρονοτριβήσει στην επαρχία της Ασίας· βιαζόταν να είναι στα Ιεροσόλυμα,
αν του ήταν δυνατό, την ημέρα της Πεντηκοστής. Από τη Μίλητο ο Παύλος
έστειλε στην Έφεσο και κάλεσε τους πρεσβυτέρους της εκκλησίας. Όταν
ήρθαν και τον συνάντησαν τους είπε: Εσείς οι ίδιοι ξέρετε πως
συμπεριφέρθηκα απέναντί σαν όλον τον καιρό, από την πρώτη μέρα που
πάτησα το πόδι μου στην επαρχία της Ασίας. Προσέχετε, λοιπόν, τον εαυτό
σας και όλο το ποίμνιο, στο οποίο το Πνεύμα το Άγιο σας έθεσε επισκόπους
για να ποιμαίνετε την εκκλησία του Κυρίου και Θεού, που την έκανε δική
του με το αίμα του. Εγώ το ξέρω ότι μετά την αναχώρηση μου θα εισβάλουν σ
̓ εσάς λύκοι άγριοι, που δεν θα λυπηθούν το ποίμνιο. Ακόμα και από
ανάμεσα σας θα βγουν πρόσωπα που θα διδάσκουν πλάνες για να παρασύρουν
τους πιστούς με το μέρος τους. Γι ̓ αυτό να αγρυπνείτε, και να θυμάστε
ότι τρία χρόνια συνέχεια δεν έπαψα νύχτα και μέρα να νουθετώ με δάκρυα
τον καθένα σας. Τώρα, αδελφοί, σας εμπιστεύομαι στον Θεό και στο κήρυγμα
που σας αποκάλυψε η χάρη του. Αυτός μπορεί να σας κάνει ώριμους στην
πίστη και να σας δώσει την επουράνια ζωή μαζί με όλους όσοι είναι δικοί
του. Ασήμι η χρυσάφι η ιματισμό από κανένα δεν ζήτησα. Εσείς οι ίδιοι
ξέρετε ότι για τις ανάγκες τις δικές μου και των συνοδών μου δούλεψαν
αυτά εδώ τα χέρια. Με κάθε τρόπο σας έδωσα το παράδειγμα, ότι πρέπει να
εργάζεστε έτσι σκληρά, για να μπορείτε να βοηθάτε αυτούς που έχουν
ανάγκη. Να θυμάστε τα λόγια του Κυρίου μας Ιησού, που είπε: “καλύτερο
είναι να δίνεις παρά να παίρνεις”. Αφού είπε αυτά τα λόγια, γονάτισε
αυτός κι όλοι εκείνοι και προσευχήθηκε.