«Πάρτε του, λοιπόν, το τάλαντο και δώστε το σ’ αυτόν που έχει τα δέκα τάλαντα. Γιατί σε καθέναν που έχει, θα του δοθεί με το παραπάνω και θα ’χει περίσσευμα· ενώ απ’ όποιον δεν έχει, θα του πάρουν και τα λίγα που έχει».
Ξεχωριστή αληθινά η παραβολή των ταλάντων, την οποία αφηγείται ο Κύριος στους μαθητές του λίγο πριν το σωτήριο Πάθος Του. Οι περισσότεροι ίσως μένουμε στον φόβο για τη στάση του δούλου που έλαβε το ένα τάλαντο και το έκρυψε. Όμως πάντοτε υπάρχουν και οι δύο άλλοι δούλοι: ο ένας που έλαβε πέντε τάλαντα και τα έκανε με τον κόπο του δέκα, και ο άλλος που έλαβε δύο τάλαντα και τα έκανε με τον κόπο του τέσσερα. Δεν είναι τυχαίο το ότι ο Χριστός χωρίζει τους ανθρώπους σε τρεις κατηγορίες. Οι δύο, η πλειοψηφία δηλαδή, εργάζονται, αξιοποιούν ό,τι τους δόθηκε. Ο ένας, η μειοψηφία δηλαδή, κρύβει αυτό που του χαρίστηκε και το επιστρέφει με αχαριστία προς τον ευεργέτη του. Το κακό βεβαίως ελκύει. Προκαλεί την προσοχή μας. Και εκεί μένουμε συνήθως στην ανάγνωση της παραβολής. Να μη μοιάσουμε στον πονηρό και τεμπέλη δούλο. Κι αυτός όμως έλαβε. Ο Θεός δεν κάνει διακρίσεις. Ο Θεός δε λειτουργεί με το κριτήριο της ισότητας στην ποιότητα. Λειτουργεί όμως με το κριτήριο της αγάπης που δίνει στον καθένα ό,τι μπορεί να αντέξει. Κι αυτή είναι η μεγάλη διαφορά ανάμεσα στο πώς σκέπτεται ο Θεός και πώς οι άνθρωποι, οι οποίοι νομίζουμε ότι αν λάβουμε τα ίσα, αυτό είναι δικαιοσύνη. Για τον Θεό δικαιοσύνη είναι ό,τι κι αν έχουμε λάβει, γιατί κανέναν δεν λησμονεί, να το αξιοποιήσουμε.
Ο Χριστός κλείνει την παραβολή με μια φαινομενική αδικία. Ενώ στη χαρά του Κυρίου θα συμμετάσχουν και ο δούλος με τα δέκα τάλαντα και ο δούλος με τα τέσσερα τάλαντα, εντούτοις το ένα τάλαντα που έμεινε αναξιοποίητο δεν μοιράστηκε στη μέση, αλλά δόθηκε αποκλειστικά σ’ εκείνον που είχε από την αρχή πλεονέκτημα και εργάστηκε κάνοντας τα πολλά περισσότερα. Προφανώς κι αυτός που έχει πολλά και τα διπλασιάζει, έχει ανάγκη να εργαστεί ταυτόχρονα σε περισσότερα μέτωπα. Ο κόπος του είναι μεγαλύτερος, όχι απαραίτητα σωματικά, όσο διανοητικά, πνευματικά, ψυχικά. Αυτός που έχει λάβει πολλά, έχει περισσότερες ευθύνες γιατί καλείται να τα διαχειριστεί όλα. Επομένως, δεν είναι ζήτημα αδικίας ή ισότητας πάλι. Η δικαιοσύνη του Θεού έχει να κάνει με την αναγνώριση του ψυχικού κόπου εκείνου που είχε πολλά μέτωπα ανοιχτά. Και τα μέτωπα δεν έχουν να κάνουν μόνο με τον εαυτό του. Έχουν να κάνουν και με τους ανθρώπους. Διότι τα τάλαντα δεν πολλαπλασιάζονται ατομοκεντρικά. Χρειάζονται κοινωνία, κοινότητα. Όποιος εργάζεται, θα γευτεί απόρριψη. Ο κόπος φέρει λύπη. Φέρει συγκρούσεις, ακόμη κι αν αυτός που κοπιάζει, δεν τις επιθυμεί.
Οι συγκρούσεις έρχονται επειδή υπάρχουν διάφορες αντιμετωπίσεις στη ζωή. Οι άνθρωποι δεν μένουμε ήσυχοι, τόσο από τις επιδράσεις του διαβόλου, όσο και από το δικό μας «σαρκικό φρόνημα», δηλαδή από τον παρασυρμό μας από την καθημερινότητα. Πώς να ασκήσεις τα δώρα του Θεού, που έχουν να κάνουν με τα χαρίσματα της εικόνας σου, την αγάπη, την ελευθερία, τη δημιουργικότητα, το λογικό, την ικανότητα του άρχειν, τη συνείδηση, όταν η συνεννόηση δεν είναι εύκολη; Όταν αυτό που ζητάς να δώσεις από την καρδιά σου βρίσκει τοίχο; Όταν ο φθόνος των ανθρώπων έρχεται να σε θλίψει; Όταν η αδιαφορία και η αντίθεση στην καλοσύνη και στην αγάπη, γεννά ματαιώσεις; Δεν είναι καθόλου εύκολος ο δρόμος των ταλάντων. Όμως έχει τη χαρά του τέλους. Τη βεβαιότητα ότι ο Κύριος θα επανέλθει. Ότι θα δώσεις λόγο για ό,τι σου δόθηκε και ο κόπος δε θα πάει χαμένος.
Σ’ αυτόν που έλαβε τα πέντε τάλαντα και τα έκανε δέκα του δόθηκε και το τάλαντο του οκνηρού και πονηρού δούλου. Όχι γιατί το είχε ανάγκη, αλλά γιατί ο Χριστός υπενθυμίζει μια μεγάλη αλήθεια. Πως όταν παλεύεις, όταν δε λυγίζεις, όταν κάνεις αυτό που περνά από το χέρι σου, ώστε τα πνευματικά αγαθά, οι αρετές να αυξηθούν, επειδή είσαι ευγνώμων σ’ Αυτόν που σου έδωσε, αλλά και νιώθεις ότι χωρίς εργασία και κόπο η ζωή είναι άνευ νοήματος, απλά μια αναμονή του τέλους, τότε θα έχεις περίσσεια στη χαρά. Διότι μπορείς να εισέλθεις εκεί όπου βρίσκεται ο Κύριός σου. Όχι ως δούλος πλέον, αλλά ως υιός. Μόνο τα παιδιά νιώθουν τη χαρά του πατέρα τους. Και ο πατέρας αναγνωρίζει τον κόπο τους. Και η περίσσεια είναι σημάδι ανοιχτωσιάς, γενναιόδωρης αγάπης, αλλά και υπόδειξη ότι κοντά στον Θεό υπάρχει πλούτος χάριτος και ελέους και την ίδια στιγμή πλούτος δωρεών.
Ας χαρούμε με τη χαρά των αγίων. Κι ας εισέλθουμε κι εμείς στη χαρά του Χριστού, στη ζωή της Εκκλησίας, όπου καλούμαστε να αξιοποιήσουμε τα τάλαντά μας.
π. Θεμιστοκλής Μουρτζανός